Στις 24 Δεκέμβρη του 2009, ο Gilbert Arenas παραδέχεται πως είχε φέρει όπλα στα αποδυτήρια του Verizon Center και αναγκάζεται να τα παραδώσει στην ασφάλεια του γηπέδου. Οκτώ ημέρες μετά, αποκαλύπτεται πως, την Παραμονή των Χριστουγέννων, ο Arenas και ο τότε συμπαίκτης του, Javaris Crittenton, είχαν όπλα στα αποδυτήρια της ομάδας κατά τη διάρκεια ενός καβγά για χρέη που είχαν σχέση με τυχερά παιχνίδια. Στις 15 Γενάρη του 2010, ο Arenas δηλώνει ένοχος στις κατηγορίες που του απαγγέλθηκαν για παραβίαση νόμων περί οπλοφορίας. Δώδεκα ημέρες μετά, στις 27 του Γενάρη, ανακοινώνεται πως ο Arenas τιμωρείται για το υπόλοιπο της αγωνιστικής περιόδου, έχοντας το δικαίωμα να επιστρέψει τη σεζόν 2010/11.
Τα παραπάνω περιστατικά αποτελούν το τέλος μιας ολόκληρης εποχής για το franchise των Washington Wizards. O Arenas ήταν ο παίκτης που, μετά την απόκτησή του από τους Warriors, έδωσε ελπίδα, κατάφερε να αναθερμάνει την σχέση του οργανισμού με την κάπως απομακρυσμένη fanbase, και αγαπήθηκε όσο λίγοι. Είχε, όμως, γράψει το τέλος της ιστορίας με τον χειρότερο τρόπο, κι αυτό έγινε φανερό μέσα από μια σειρά ενεργειών και επεισοδίων που ακολούθησαν όσα είχαν συμβεί, αποδεικνύοντας πως είχε επέλθει η οριστική ρήξη.
Οι Wizards αποσύρουν το γιγαντιαίο banner που βρισκόταν σε χαρακτηριστικό σημείο του Verizon Center και απεικόνιζε τον Arenas, δεσπόζοντας προς την πλευρά της 6ης Λεωφόρου, ο ίδιος εμφανίζεται απεριποίητος κι αυτό γίνεται θέμα συζήτησης σε εκπομπές και οπαδικά forums, ενώ σε παιχνίδι της preseason αμέσως μετά τη λήξη της ποινής προσποιείται πως τραυματίστηκε στο γόνατο δηλώνοντας πως το έκανε για να παίξει περισσότερο ο Nick Young. Ο Flip Saunders, τότε προπονητής των Wizards, αντιδρά και η ομάδα επιβάλλει πρόστιμο στον Arenas για τις δηλώσεις του.
Μέσα στο απόλυτο χάος όσων συνέβαιναν με τον Arenas, αρκετοί δεν έδωσαν την πρέπουσα σημασία στο μεγάλο γεγονός του εκείνου του καλοκαιριού, το οποίο είχε συμβεί αμέσως μετά την λήξη της τιμωρίας του και αμέσως πριν τους δύο τελευταίους μήνες του Agent Zero με την φανέλα της Washington (o Arenas φορούσε το 0 σε όλη του την καριέρα ώστε να του θυμίζει το πόσα λεπτά έλεγαν πως θα καταφέρει να παίξει πριν την είσοδό του στο NBA ενώ μετά την τιμωρία το άλλαξε επιλέγοντας τον αριθμό 9). Ποιο ήταν αυτό;
Οι Wizards είχαν επιλέξει τον John Wall στο νούμερο 1 του Draft του 2010. Ο οργανισμός αποφάσισε να δώσει τα κλειδιά μιας καινούριας εποχής στα χέρια του νεαρού από τη Βόρεια Καρολίνα, κρίνοντας πως ήταν ο κατάλληλος για να διαδεχθεί την πληγωμένη κληρονομιά που θα άφηνε πίσω του ο Arenas. Το αξιοπερίεργο στοιχείο είναι ο τρόπος που ο Agent Zero αντιμετώπισε την έλευση του πρώην guard του Kentucky. Όσο απόμακρος κι αν ήταν απέναντι στο front office, τόσο κοντά ήταν στον Wall.
Αποδεχόταν τον ρόλο του δασκάλου, μα πολύ σημαντικότερο είναι πως αποδεχόταν το ότι η ομάδα δεν ήταν πλέον δική του. Ο Arenas είχε βιώσει μια κατάσταση αντίστοιχη με τα όσα βίωνε ο Wall με την είσοδό του στην Λίγκα, όταν το 2003 πήγε στην Washington και σταδιακά παραμέρισε το τότε νούμερο ένα της ομάδας, τον Larry Hughes. Είναι χαρακτηριστικές οι δηλώσεις του δύο μήνες πριν αποχωρήσει από την Washington για να συνεχίσει στο Orlando:
“Αυτό είναι το NBA. O Larry Hughes παραμέρισε για να γίνω εγώ το αστέρι κι εγώ παραμερίζω για να περάσει αυτός. Αυτή τη στιγμή, η πόλη ανήκει στον John“
***
Αν κάποιος έλεγε πως ο Wall θα φτάσει στο νούμερο ένα του Draft και αμέσως θα αναλάβει τον ρόλο του προσώπου του οργανισμού στους Wizards, η ηπιότερη αντίδραση θα ήταν ένα υποτιμητικό μειδίαμα. Γεμάτος οργή από τον θάνατο του πατέρα του (όπως ο ίδιος πολλάκις έχει δηλώσει), ο Wall μεγαλώνει με τη φήμη του “προβληματικου” να τον συνοδεύει. Δυσκολεύεται να προσαρμοστεί στο εκάστοτε σχολικό περιβάλλον και η μητέρα του, η Frances Pulley, δείχνει να αποδέχεται ένα μέλλον μεταξύ σωφρονιστικών ιδρυμάτων και επιβίωσης στο δρόμο —ένα σκηνικό πικρό, κάτι σαν τους πιτσιρικάδες-τσιλιαδόρους που ζούσαν στους ακάλυπτους και τις γωνιές των πολυκατοικιών του The Wire.
Ο Wall προσπαθεί να βελτιώσει την συμπεριφορά του, ενώ τα αγωνιστικά του χαρακτηριστικά μοιάζουν ήδη με μικρογραφία του σήμερα. Άριστος χειριστής της μπάλας, σκληρός και ανθεκτικός στη σωματική επαφή, τόσο σκόρερ όσο και πασέρ, γρήγορος και εκρηκτικός σαν αιλουροειδές σε πλήρη εγρήγορση. Μαζί μ’ αυτά, εξαιρετικός αμυντικός, ακριβώς όπως αναγνωρίζεται και τώρα. Ο συγγραφέας και αρθρογράφος του NBA.com, Lang Whitaker, έγραψε πως του θυμίζει τον Allen Iverson εξαιτίας της ταχύτητάς του. Ο δε Kobe Bryant, στις προκλήσεις που απηύθυνε σε αρκετούς παίκτες εν όψει της φετινής σεζόν μέσω του προσωπικού του λογαριασμού στο Twitter, ζήτησε από τον Wall να είναι μέλος της πρώτης All-Defensive πεντάδας. Ο Wall αποδέχτηκε την πρόκληση, όπως αποδεχόταν τα διάφορα εμπόδια που έπρεπε να αντιμετωπίσει σαν έφηβος.
Εκείνη, όμως, την περίοδο, συμβαίνει κάτι που σβήνει σχεδόν αμέσως την όποια πνευματική πρόοδο είχε κάνει.
Μετά από δύο χρόνια φοίτησης και μπάσκετ στο Garner High School, λίγο έξω από την πόλη που γεννήθηκε, το Raleigh της Βόρειας Καρολίνας, η οικογένειά του μετακομίζει εντός της πόλης κι ο Wall αναγκάζεται να επαναλάβει την δεύτερη χρονιά του High School στο Broughton. Συμμετέχει στα δοκιμαστικά της ομάδας μπάσκετ και αμέσως εντυπωσιάζει, ενώ μαζί του επρόκειτο να παίξει ο Brock Young (γνωστό prospect εκείνης την εποχής, συνέχισε στο East Carolina μετά το Broughton), στοιχείο που θα έκανε την περιφέρεια του Broughton High School μία από τις καλύτερες σ’ ολόκληρη την χώρα.
Λίγο μετά τα δοκιμαστικά, ο Young τηλεφωνεί εκνευρισμένος στον Wall και του ανακοινώνει πως o προπονητής αποφάσισε να τον κόψει. Βασικότερο ρόλο στην απόφαση έπαιξε η φήμη για την συμπεριφορά του Wall κι αυτό τον διαλύει ψυχολογικά,κάνοντάς τον σχεδόν να θέλει να αφήσει το σχολείο. Σ’ αυτό ακριβώς το σημείο, καταλυτικός είναι ο ρόλος ενός προπονητή που ήξερε τον Wall, του Tony Edwards. Συζητά με την μητέρα του Wall και δύο ακόμα προπονητές που τον γνώριζαν, και αποφασίζουν να τον μεταφέρουν στην Word of God Christian Academy —το όνομα και μόνο αρκεί για να καταλάβει κανείς τον τρόπο λειτουργίας.
Ο Wall βρίσκει ένα περιβάλλον για να μπορέσει επιτέλους να παίξει απερίσπαστος μπάσκετ, βελτιώνει την συμπεριφορά του με επίμονες προσπάθειες τόσο της μητέρας του και του καινούριου του προπονητή, του Levi Beckwith, όσο και κάποιων προπονητών που τον γνώριζαν, όπως ο Brian Clifton. Φτάνοντας στο 2007, ο τελευταίος καταφέρνει να εξασφαλίσει τη συμμετοχή του Wall σ’ ένα μπασκετικό camp της Reebok στο οποίο θα συναντιόνταν οι καλύτεροι νεαροί παίκτες της χώρας.
Εκείνη την εποχή, κορυφαίο prospect για την θέση του point guard στις Ηνωμένες Πολιτείες ήταν ο γεννημένος το 1989 Brandon Jennings. Ο Wall τον αντιμετωπίζει στο camp, και τον διαλύει πετυχαίνοντας 28 πόντους με τον Jennings να είναι ο προσωπικός του αντίπαλος. Το αμέσως επόμενο καλοκαίρι, ο Jennings βρίσκεται στο Las Vegas για ένα τουρνουά στο οποίο συμμετείχαν χιλιάδες νεαροί Αμερικανοί, και μπαίνει στο κλειστό ενός High School για να παρακολουθήσει τον Wall να παίζει. Κάποιος τον ρώτησε για το ποιος θα ήταν ο ένας και μοναδικός παίκτης που βρισκόταν σε High School και επρόκειτο να γίνει All-Star.
Ο Jennings έδειξε αμέσως προς το γήπεδο:
“Ο Wall. To παιδί από το Raleigh“
***
Κι όπως ακριβώς προέβλεψε ο Brandon Jennings, o John Wall έγινε All-Star. Κοιτάζοντας όλα τα παιχνίδια της μέχρι στιγμής καριέρας του, το μαγικό άγγιγμα που συνοδεύει αυτό το status εμφανίστηκε περισσότερο από ποτέ στο περσινό Game 6 της σειράς με τους Boston Celtics.
Ο Wall είχε ήδη πετύχει πολλά με τον τρόπο που απέκλεισε την Atlanta στον αμέσως προηγούμενο γύρο των playoffs —παίζοντας 44 λεπτά στην έδρα των Hawks, πετυχαίνοντας 42 πόντους, με τους 19 στην τελευταία περίοδο, και τους τελευταίους 13, με τους οποίους οι Wizards έφτασαν στη νίκη, να προέρχονται από δικές του προσπάθειες. Τα όσα έκανε σ’ αυτό το παιχνίδι ήταν μια δήλωση ευθύνης. Τα όσα, όμως, πέτυχε με το buzzer beater στο Game 6 των ημιτελικών της Ανατολής απέναντι στους Κέλτες, ήταν η δική του είσοδος στο κάδρο των alpha dogs.
Το παιχνίδι ήταν συναισθηματικά φορτισμένο πολύ πριν το jump ball, και το σκηνικό είχε αρχίσει να στήνεται από τις αναμετρήσεις της regular season. Στις 11 του Γενάρη, οι δυο ομάδες συναντιούνται και γίνεται μάχη σώμα με σώμα, ενώ στις 24 του ίδιου μήνα παίζουν ξανά, κι οι παίκτες των Wizards έρχονται στο γήπεδο ντυμένοι στα μαύρα.
Το σκηνικό μεταφέρεται στις αναμετρήσεις των playoffs. Οι Celtics προηγούνται με 3-2 στη σειρά, κι έρχονται στην Washington για ένα Game 6 που αν το νικήσουν θα συνεχίσουν στους Τελικούς της Ανατολής. Απαντώντας σε όσα έκαναν οι Wizards τον περασμένο Γενάρη, οι Celtics έρχονται στο γήπεδο με μαύρα ρούχα, αλλά αρνούνται να παραδεχτούν πως ήταν μια οργανωμένη κίνηση. Κι η κατάσταση διαμορφώνεται με τρόπο τέτοιο που το παιχνίδι καταλήγει να κρίνεται στο τελευταίο σουτ.
Απομένουν λιγότερα από οκτώ δευτερόλεπτα, το σκορ είναι 91-89 υπέρ των Celtics, κι ο Wall παίρνει την μπάλα μετά την επαναφορά. Δύo τρίπλες μπροστά στον Bradley, μαρκαρισμένο σουτ για τρεις, η μπάλα στο καλάθι, και οι Wizards αντέχουν μπροστά στο κοινό τους φτάνοντας την σειρά στα 7 παιχνίδια. Στιγμές μετά το σουτ της νίκης, ο Wall μιλάει στην κάμερα:
“Δεν πάω στο σπίτι μου. Μην έρχεστε στην πόλη μου φορώντας μαύρα, σαν να πηγαίνετε σε κηδεία“
***
Οι Wizards δεν πέτυχαν την ολική επαναφορά στη Βοστόνη κι ο Wall δεν κέρδισε την ευκαιρία να μετρήσει τις δυνάμεις του απέναντι στον LeBron. Ίσως αυτό είναι το τίμημα που πάντα θα πληρώνει πριν αγγίξει την απόλυτη επιτυχία. Πριν από κάθε μεγάλη στιγμή της ζωής του, έχει μάθει να δέχεται ένα χτύπημα. Πριν καταφέρει να παίξει μπάσκετ, είχε βιώσει την απόρριψη από ανθρώπους που φοβήθηκαν το παρελθόν του. Πριν εδραιωθεί στη Λίγκα ως point guard των Wizards, έπρεπε να σηκώσει τον οργανισμό μέσα απ’ τις στάχτες που άφησε πίσω του ο Gilbert Arenas.
Κι όμως, ο John Wall συνεχίζει. Ίσως πριν φτάσει στην απόλυτη επιτυχία, χρειάζεται να αποδείξει πως μπορεί να αντιμετωπίσει την φωτιά ενός Game 7. Περνώντας από μέσα της χωρίς να καεί.
Leave a Reply