Η πορεία του Igor Kokoskov και η σημασία της πρόσληψής του για το Ευρωπαϊκό μπάσκετ.
Συχνά λαμβάνεται ως δεδομένο ότι η απόσταση μεταξύ ΝΒΑ και ευρωπαϊκού μπάσκετ διαρκώς μειώνεται, σαν οι δυο πλευρές ολοένα να προσεγγίζουν μια αφηρημένη και ακαθόριστη ένωση, αλλά πόσο κοντά ή μακρυά είναι στην πραγματικότητα οι δύο κόσμοι;
Τόσο κοντά ώστε να ανταλλάσσουν πληροφορίες, παίκτες, scouting, κάποιες λίγες φορές και στελέχη. Όχι αρκετά κοντά για να ανταλλάσσουν προπονητές.
Για την ακρίβεια, δεν πρόκειται για ανταλλαγή: το ΝΒΑ απλώς απορροφά ό,τι θέλει ν’ απορροφήσει —ενίοτε σαν γαιοκτήμονας του προπερασμένου αιώνα που κόβει μερικά λουλούδια σ’ ένα κτήμα του απλώς επειδή θέλει να νιώσει πως είναι δικά του. Ό,τι δεν θέλει, ό,τι απορρίπτει προσωρινά ή οριστικά, το διοχετεύει προς την Ευρώπη και τον υπόλοιπο κόσμο. Αν στον παγκόσμιο μπασκετικό χάρτη η Ευρώπη είναι απλώς μια περιφέρεια, το ΝΒΑ είναι η κεντρική κυβέρνηση με την έμφυτη τάση ν’ απομυζά τις επαρχίες της.
Κι είναι ακριβώς αυτή η δυνατότητα που καθιστά ακόμα πιο αξιοσημείωτη την ακόλουθη ερώτηση: αν το ΝΒΑ μπορεί απλώς να διαλέγει ό,τι θέλει από την Ευρώπη, γιατί παίρνει τόσο σπάνια κάποιον προπονητή;
Είναι ο ρόλος ενός προπονητή τόσο ριζικά διαφορετικός στο ΝΒΑ που να δικαιολογεί την απροθυμία παράδοσης μιας ομάδας σ’ έναν μη-Αμερικανό; Η απάντηση είναι πως, ναι, οι διαφορές είναι πολλές και μεγάλες, σε τέτοιο βαθμό που υπερβαίνουν κατά πολύ μπασκετικές θέσεις και προϋποθέσεις κι απλώνονται σε ευρύτερα πεδία —γλωσσικά, κοινωνικά, πολιτιστικά και άλλα.
“Είναι διαφορετικό για έναν προπονητή απ’ ότι για έναν παίκτη”, εξηγεί στο Hoop Fiction o Jose Calderon. “Ο προπονητής πρέπει πρώτα να έρθει εδώ και να περάσει ένα διάστημα ως βοηθός. Είναι πολύ δύσκολο για μια ομάδα του ΝΒΑ να υπογράψει έναν Ευρωπαίο προπονητή χωρίς πρώτα αυτός να έχει αποδείξει πως θα μπορέσει να διαχειριστεί τις διάφορες καταστάσεις που θα αντιμετωπίσει στην Αμερική: τα αποδυτήρια, τις σχέσεις με άλλους προπονητές και στελέχη εντός κι εκτός ομάδας, διάφορα μη μπασκετικά θέματα. Χρειάζεται κάποιος να είναι εδώ τουλάχιστον για ένα διάστημα σε άλλη θέση, πριν το όνομά του αρχίζει να λαμβάνεται υπόψη για θέση πρώτου προπονητή”.
Πόσοι Ευρωπαίοι, λοιπόν, είναι σήμερα σε θέση να αναλάβουν μια ομάδα ΝΒΑ;
Κανείς απ’ όσους είναι ακόμα στην Ευρώπη. Κανείς δίχως εμπειρία lead-assistant. Κανένας πρώην -Ευρωπαίος- παίκτης που βρίσκεται στις παρυφές ενός προπονητικού team.
Τα ονόματα που μπορούσαν να αναφερθούν ρεαλιστικά μέχρι πρόσφατα ήταν μόλις δύο: Ettore Messina και Igor Kokoskov.
Ο Σέρβος, όπως έκανε και στο περασμένο Eurobasket με τη Σλοβενία, κι όπως ακριβώς κάνει και τη φετινή σεζόν με τους Jazz, άφησε πίσω του το φαβορί και πήρε μία ακόμα πρωτιά: όπως ανακοινώθηκε την προηγούμενη εβδομάδα, ο Kokoskov από την επόμενη περίοδο αναλαμβάνει τους Phoenix Suns. Θα αποτελέσει τον πρώτο head coach στην ιστορία της λίγκας που έχει γεννηθεί εκτός Αμερικής, και βέβαια τον πρώτο Ευρωπαίο.
“Ξέρω τον Igor από όταν πρωτοήρθε στην Αμερική”, λέει ο Dwane Casey, ο οποίος πρόσφατα ψηφίστηκε από τους συναδέλφους του ως προπονητής της χρονιάς. “Η γνωριμία μας πάει πολύ πίσω. Όταν ήμουν στη Minnesota, είχα προσλάβει ως βοηθό τον Alex Dzikic [σήμερα προπονητής της Budućnost], κι αυτός με σύστησε στον Igor. Σέβομαι απεριόριστα τη γνώση και την εμπειρία του. Νομίζω πως είναι σπουδαίο για το ΝΒΑ να έχει μια ευρύτερη, παγκόσμια οπτική σχετικά με την προπονητική, επειδή υπάρχουν πάρα πολύ καλοί καλοί προπονητές σε όλο τον κόσμο, όχι μόνο στις Ηνωμένες Πολιτείες. Του βγάζω το καπέλο και του εύχομαι καλή τύχη, εκτός από δύο φορές τον χρόνο [οι δηλώσεις του Casey έγιναν πριν την απόλυσή του από τους Raptors]”.
“Ήταν θέμα χρόνου”, λέει ο Ben Dowset, beat writer των Utah Jazz. “Ήδη από πέρσι υπήρχε η αίσθηση πως σύντομα θα έκανε τη μετάβαση σε θέση πρώτου προπονητή. Είναι ένας από τους πιο αξιοσέβαστους Ευρωπαίους προπονητές στον κόσμο, κι αυτό ισχύει τα τελευταία αρκετά χρόνια, τόσο που μετρούσε αντίστροφα για αυτήν την ευκαιρία”.
***
Πόσο μπορεί να πανηγυρίσει η μπασκετική Ευρώπη για αυτήν την επιτυχία;
“Είναι, σίγουρα, μια σπουδαία μέρα για το Ευρωπαϊκό μπάσκετ”, λέει ο Calderon, και πράγματι η στιγμή κατά την οποία προστίθεται ένα ξένο διαβατήριο ανάμεσα σε τόσα άλλα που για δεκαετίες υπήρξαν κατ’ αποκλειστικότητα αμερικανικά μοιάζει με ουσιαστικό άνοιγμα και μελλοντική ιστορική αναφορά.
Αλλά τι λέει η επιτυχία για το Ευρωπαϊκό μπάσκετ καθεαυτό;
Όχι πολλά.
O Kokoskov βρίσκεται στην Αμερική ήδη 18 χρόνια, έχοντας υπηρετήσει ως βοηθός 17 χρόνια στο ΝΒΑ κι έναν χρόνο στο NCAA. Όντας μόλις 46 χρονών, οι προπονητικές παραστάσεις που πρόλαβε να πάρει από το Ευρωπαϊκό μπάσκετ είναι προφανώς περιορισμένες. Δούλεψε μόλις έναν χρόνο ως πρώτος προπονητής, στη Beograd, μετρώντας άλλα 3 ως βοηθός. Το προπονητικό του potential, βέβαια, ήταν ήδη ορατό από τότε, όπως υποδεικνύει η πρόσληψή του εκείνη την εποχή στις ομάδες νέων της Γιουγκοσλαβίας, γεγονός που τον κατέστησε τον νεαρότερο προπονητή σε εθνική κλίμακα.
Η επαφή του με το Ευρωπαϊκό μπάσκετ έκτοτε εξαντλείται στα τουρνουά της FIBA: βοηθός του Obradovic το 2005, πρώτος προπονητής στη Γεωργία για 7 χρόνια στη συνέχεια, κι έπειτα η περσινή κορύφωση της FIBA καριέρας του με τη Σλοβενία.
Το προπονητικό του potential, ωστόσο, δεν έγινε ποτέ ορατό σε συλλογικό ευρωπαϊκό επίπεδο, αφού ο Kokoskov προτίμησε να ακολουθήσει τον προπαρασκευαστικό δρόμο για κάτι μεγαλύτερο παρά να μαγευτεί από τη σειρήνα της γρήγορης ευρωπαϊκής καταξίωσης. Κατά μία έννοια, προτίμησε το παγκόσμιο από το τοπικό. Κατά μία άλλη, έφυγε για το πρώτο πριν προλάβει να εξερευνήσει εξ ολοκλήρου το δεύτερο.
Αν η πορεία του μπορεί να συγκριθεί με την αντίστοιχη ενός διεθνή παίκτη, αυτός θα ήταν κάποιος σαν τον Joel Embiid (ο οποίος πήγε στην Αμερική όταν ήταν 16 χρονών): η πρώτη ύλη ήταν ήδη εκεί, αλλά οι παραστάσεις, η εμπειρία, οι δοκιμές, τα λάθη, η διαμόρφωση κι η καταξίωση συνέβησαν όλα επί αμερικανικού εδάφους. Η επιρροή της καταγωγής -στον προπονητή, τον παίκτη, τον άνθρωπο- ατονεί όσο σκεπάζεται από επίπεδα διαφορετικών εμπειριών. Με άλλα λόγια, το Ευρωπαϊκό μπάσκετ για τον Kokoskov ήταν απλά το σημείο αναχώρησης —ο τόπος που γέννησε μέσα του την επιθυμία να γίνει ο καλύτερος, μαζί με τη διαπίστωση πως δεν θα το κατάφερνε ποτέ αν δεν περνούσε στην άλλη πλευρά.
(Το Ευρωπαϊκό μπάσκετ έχει περισσότερη ανάγκη από προπονητές η πορεία των οποίων θυμίζει κάτι από παίκτες σαν τον Manu Ginobili, αυτούς που έγιναν σταρ στη δική μας πλευρά και κατάφεραν να διατηρήσουν αυτό το status και στον απέναντι κόσμο (αν και ο Ginobili προφανώς έχει καταφέρει πολλά παραπάνω). Αλλά αυτή είναι μια διαφορετική συζήτηση, παραπλανητική για τους σκοπούς του παρόντος κειμένου: σχετικοποιεί ένα κατόρθωμα, την πρόσληψη του Kokoskov από τους Suns, που μέχρι σήμερα παραμένει μοναδικό.)
Οι εικόνες του Σέρβου από τη μέχρι τώρα πορεία του στο NBA συνθέτουν ένα ετερογενές φάσμα εμπειριών. Έχει δουλέψει δίπλα στον Larry Brown και τον Quin Snyder, οι οποίοι θεωρούνται σπάνια μυαλά, καινοτόμοι που ψάχνουν διαρκώς την αλλαγή και τη βελτίωση, δίνοντας τεράστια έμφαση στη λεπτομέρεια και την εντατική προετοιμασία. Έχει βρεθεί στο πλάι του Alvin Gentry και του Mike D’ Antoni, οι οποίοι χαρακτηρίζονται conceptual προπονητές, έχουν δηλαδή πρώτα και κύρια μια βασική αγωνιστική ιδέα πάνω στην οποία βασίζουν όλα τα υπόλοιπα. Μια πιο παραδοσιακή εικόνα προπονητή έχει πάρει από τους Scott Skiles και Mike Brown, με τον καθένα από τους οποίους συνεργάστηκε για μία σεζόν.
Έχει τη φήμη δασκάλου στο αναπτυξιακό κομμάτι. Δούλεψε με τον Nash στους Suns των 7 Seconds or Less. Διατηρεί πατρική σχέση με τον Goran Dragic, τον οποίο συνάντησε στην ίδια ομάδα. Επίσης, η δουλειά του με τον Shaquille O’Neal στις βολές, όταν ο δεύτερος βρέθηκε στο Phoenix, είχε ως αποτέλεσμα το 59.5% με το οποίο ο δεύτερος σούταρε εκείνη τη χρονιά από τη γραμμή, έχοντας μέσο όρο καριέρας 52%. Στη Utah φέτος, διευρύνοντας τη φήμη του ως ειδικού στην ανάπτυξη point-guard, δούλεψε με τον Raul Neto και τον Rubio, ενώ είναι εν μέρει υπεύθυνος για την εξέλιξη του Donavan Mitchell (ο rookie των Jazz κατά βάση δουλεύει με τον Johnnie Bryant, ο οποίος ανήκει επίσης στο team του Synder, αλλά παραμένει ιεραρχικά κάτω από τον Kokoskov).
Κατά την περσινή περίοδο, ο Σέρβος δούλεψε με τον George Hill, ο οποίος για το ίδιο διάστημα έπαιξε το καλύτερο μπάσκετ της ζωής του.
“Λατρεύω τον Igor”, λέει ο Αμερικανός, τον οποίο το Hoop Fiction συνάντησε κατά τη διάρκεια της σειράς των Cavaliers ενάντια στους Raptors. “Σπουδαίος τύπος. Ξέρει καλά τη δουλειά του. Πολύ μορφωμένος, τόσο γύρω από το μπάσκετ όσο και ευρύτερα. Απαιτεί από τους πάντες υπευθυνότητα και συνέπεια. Όταν δουλεύεις τόσο πολύ με έναν παίκτη όπως δούλευε ο Igor μαζί μου, χρειάζονται πάρα πολλά πράγματα για να πετύχεις. Εκείνος ήξερε τα πάντα.”
“Περνούσαμε κάθε μέρα μαζί πολλές ώρες. Με βοήθησε πάρα πολύ και μαζί του είχα μια από τις καλύτερες χρονιές στην καριέρα μου. Του χρωστάω πολλά.”
Ο Κοkoskov, όταν ξεκίνησε να δουλεύει στη Utah, προστέθηκε σε ένα team προπονητών το οποίο είχε ήδη αναπτύξει τη δική του εσωτερική χημεία. Η συλλογική οπτική του Quin Snyder σε θέματα διαχείρισης ανθρώπινου δυναμικού, η οποία είναι εμφανής και στις αγωνιστικές του κατευθύνσεις, είχε εδραιώσει τη συνεργασία μεταξύ των διάφορων assistant της Utah ως απαραίτητη προϋπόθεση για την εύρυθμη λειτουργία της ομάδας.
“Υπό την επίβλεψη του Snyder”, εξηγεί ο Dowsett, “κάθε μέλος του προπονητικού team έχει λόγο σε κάθε είδους προπονητική απόφαση —ειδικά ο lead-assistant, δηλαδή σε αυτήν την περίπτωση ο Kokoskov”.
Στους περισσότερους οργανισμούς, κάθε βοηθός έχει το δικό του σετ καθηκόντων και υποχρεώσεων, δουλεύοντας εν πολλοίς ανεξάρτητα από τους υπόλοιπους. Στη Utah, όλοι κάνουν τα πάντα και παρατηρείται αξιοσημείωτο overlap στις μεταξύ τους ευθύνες, με τρόπο τέτοιο που κάθε βοηθός αποκτά επαφή και οικειότητα και με τη δουλειά όλων των υπολοίπων.
“Απ’ ότι είδα”, συνεχίζει ο Dowsett, “ο Kokoskov ταίριαξε πολύ καλά σ’ αυτήν τη δυναμική. Ήταν ένας από τους πιο έμπειρους τεχνικούς στο επιτελείο, αλλά αυτό που έκανε τη διαφορά ήταν η εργατικότητα και η ικανότητα του να συνδέεται με τους παίκτες.”
Η σχέση του με τον Snyder, επίσης, αποτέλεσε σημαντικό παράγοντα για την ένταξή του στην ομάδα. Οι δυο τους γνωρίζονται από το πρώτο ταξίδι του Kokoskov στην Αμερική, στις αρχές της δεκαετίας του 1990, όταν, μεταξύ άλλων πανεπιστημίων, ο Σέρβος προπονητής βρέθηκε ως παρατηρητής στις εγκαταστάσεις του Duke, όπου τότε ο Snyder δούλευε ως βοηθός του Mike Krzyzewski.
Η σχέση που ανέπτυξαν συνοψίζεται σ’ ένα σημείωμα που παρέδωσε ο Snyder στον Kokoskov, πριν την επιστροφή του δεύτερου στη Γιουγκοσλαβία, με την παρότρυνση να μην το ανοίξει μέχρι να μπει στο αεροπλάνο.
Σύμφωνα με τον David Locke, play-by-play εκφωνητή των Jazz ο οποίος ήρθε αρκετά κοντά με τον Σέρβο προπονητή, το σημείωμα έγραφε τα εξής:
“Είμαστε συγγενικά μπασκετικά πνεύματα. Θα δουλέψουμε ξανά μαζί. Αν αναλάβω κάποια ομάδα, θα είσαι η πρώτη μου πρόσληψη.”
Ο Snyder τηρεί αυτήν τη δέσμευση έξι χρόνια μετά, το 1999, όταν αποχωρεί από το Duke κι αναλαμβάνει πρώτος προπονητής στο πανεπιστήμιο του Missouri. Η χρονιά εκείνη αποτέλεσε για τον Kokoskov τη γέφυρα μεταξύ Ευρωπαϊκού μπάσκετ και ΝΒΑ. Την επόμενη σεζόν προσλαμβάνεται από τους Clippers του Alvin Gentry, στους οποίους θα περάσει τρία χρόνια τα οποία αποτέλεσαν το σκαλοπάτι προς τη μελλοντική του καταξίωση. Η εκ νέου συνεργασία του με τον Snyder στη Utah, το 2015, συνέβη μια εποχή κατά την οποία ήδη αναγνωρίζονταν ως κορυφαίος assistant. Η επαγγελματική σχέση των δύο ξεκίνησε με αμφότερους σε θέση βοηθού και ολοκληρώνεται, μέχρι νεωτέρας, με αμφότερους σε θέση πρώτου προπονητή.
“Του λέω εδώ και πολλά χρόνια πως προπονητικά βρίσκεται σε επίπεδο head-coach”, δήλωσε πρόσφατα ο Snyder όταν ο Kokoskov πρωτοαναφέρθηκε ως υποψήφιος για τον πάγκο των Suns. “Του πήρε λίγο χρόνο να δει τον εαυτό του με αυτόν τον τρόπο, απλώς επειδή είναι αφοσιωμένος στη δουλειά που κάνει τώρα.”
Η ποιότητα της δουλειάς του Kokoskov ήταν εύκολα ορατή σε όσους βρίσκονταν κοντά στην ομάδα. Όταν ζητάμε από τον Dowsset να αξιολόγησε το αντίκτυπο του Σέρβου προπονητή, μας λέει:
“Πολύ σημαντικό. Η δουλειά του Igor μαζί με τον Lamar Skeeter , σε ότι έχει να κάνει με το scouting και την προετοιμασία βίντεο, ήταν απολύτως απαραίτητη για τους Jazz καθ’ όλη τη διάρκεια της παρουσίας του στην ομάδα, ενώ παράλληλα ήταν μέλος ενός εκ των πιο αξιόλογων αναπτυξιακών staff στη λίγκα. Η απουσία του δημιουργεί ένα μεγάλο κενό, τόσο πίσω από τις κάμερες όσο και δίπλα στον Snyder κατά τη διάρκεια των αγώνων”.
Στο Phoenix ο Kokoskov θα βρει το χειρότερο ρεκόρ της προηγούμενης σεζόν, ένα κορυφαίο φετινό pick, την ευκαιρία να χτίσει τη δική του κουλτούρα από το μηδέν, καθώς και τον Devin Booker μαζί με ένα νεανικό κορμό που έχει παραμείνει στάσιμος
“Σίγουρα”, λέει ο Dowsett, “πρόκειται για πολύ καλό fit ομάδας και προπονητή, κι αυτό χωρίς να συνυπολογίσουμε την πιθανότητα να διαλέξουν τον Doncic στο επόμενο Draft, ενώνοντάς τον ξανά με τον προπονητή που είχε στο περασμένο Eurobasket. Η φήμη του Kokoskov για την ανάπτυξη παικτών θα ταιριάξει ιδανικά με ένα roster που χρειάζεται απεγνωσμένα λίγη σταθερότητα και μια συγκεκριμένη κατεύθυνση. Πρόκειται για το είδος προπονητή που μπορεί να τοποθετήσει τον Booker και τους υπόλοιπους νεαρούς της ομάδας σε ένα μακροπρόθεσμο πλάνο, δημιουργώντας ένα πρόγραμμα σταδιακής βελτίωσης μέχρι να είναι έτοιμοι να διεκδικήσουν κάτι παραπάνω”.
Κι όσο ο Kokoskov θα χτίζει το μέλλον του, φέρνοντας τη Σερβική προπονητική κληρονομία σ’ ένα κύκλο που μέχρι σήμερα δεν είχε εισχωρήσει, το Ευρωπαϊκό μπάσκετ θα τον παρακολουθεί αναλογιζόμενο αν η επιτυχία του μπορεί να επαναληφθεί —κι αν ναι, από ποιον, πότε, και σε ποια ομάδα.
Ο Ettore Messina περνά από συνεντεύξεις και περιμένει και την ευκαιρία του.
“Πολλές φορές”, λέει ο Calderon, “μια πρόσληψη είναι αρκετή για να ανοίξει τον δρόμο και να κάνει τους υπόλοιπους να πουν: ναι, αυτό είναι μια πιθανότητα”.
*Οι Dwane Casey, Jose Calderon, και George Hill μίλησαν στο Hoop Fiction κατά τη διάρκεια της σειράς των Raptors ενάντια στους Cavaliers.
**Η συνέντευξη με τον Ben Dowsset διεξήχθη μέσω e-mail. Οι παρατηρήσεις του είναι προϊόν της κοντινής απόστασης από την οποία παρακολουθεί τους Jazz, κι όχι αποτέλεσμα εσωτερικής πληροφόρησης. Δείγμα της δουλειάς του μπορεί να βρεθεί εδώ κι εδώ [pay-wall] κι εδώ.