O Xavi Pascual και το κριτήριο της επιτυχίας

Μια αποτίμηση της παρουσίας του Xavi Pascual στον πράσινο πάγκο. 

Τρεις μήνες πριν, ο Mike James έχει μόλις επιστρέψει, ο Παναθηναϊκός αντιμετωπίζει την Khimki σ’ ένα παιχνίδι-κλειδί για το πλεονέκτημα, ο Xavi Pascual δείχνει από νωρίς την πρόθεση να τοποθετήσει τον Αμερικανό δίπλα στον Καλάθη, κι οι πράσινοι καταρρέουν στο πρώτο ημίχρονο.

Τελευταία περίοδος του Game 3 της σειράς απέναντι στη Real, ο Παναθηναϊκός έχει μόλις ισοφαρίσει με ηρωικά του Mike James, το momentum γέρνει στο πράσινο, κι οι προϋποθέσεις μοιάζουν ιδανικές για break στο break –ελάχιστα λεπτά μετά, οι Ισπανοί έχουν κάνει το 2-1.

Τελευταία περίοδος του Game 1 της σειράς των ελληνικών τελικών, με πέντε λεπτά να απομένουν, το σκορ στο 57-63, ο KC Rivers κλέβει και μειώνει στους τέσσερις, το momentum γέρνει ξανά προς την πράσινη πλευρά, κι ο Παναθηναϊκός νιώθει πως μπορεί να φτάσει στην ανατροπή –δύο λεπτά πριν το τέλος του παιχνιδιού, ο Ολυμπιακός έχει προλάβει να κατοχυρώσει το break.

Οι περιπτώσεις διαφέρουν, όμως υπάρχει ένα κοινό χαρακτηριστικό. Και στις τρεις, μοιάζει να υπάρχει απουσία προπονητικής παρέμβασης, κάτι σαν παραίτηση του πάγκου που περισσότερο παρακολουθεί το παιχνίδι να εξελίσσεται μπροστά του και λιγότερο το συνδιαμορφώνει.

Στην πρώτη περίπτωση, με το μεγαλύτερο μέρος της regular season να έχει ολοκληρωθεί, ο Καταλανός επιλέγει το ηλεκτροσόκ χωρίς περιθώριο για την οποιαδήποτε προσαρμογή. Στην πρώτη του κιόλας εμφάνιση, ο Αμερικανός μένει στο παρκέ για 26:50, κι οι πράσινοι χάνουν κάθε έννοια συνοχής.  

Στην δεύτερη, οι πράσινοι έχουν την ευκαιρία τους στην έδρα των Ισπανών, απομένουν 100 δευτερόλεπτα με το σκορ στο 71-70 και τον Παναθηναϊκό να έχει την μπάλα, όμως ο Παναθηναϊκός στρέφεται και πάλι στο heroball του Mike James χωρίς καν να επιχειρήσουν την οποιαδήποτε κίνηση προκειμένου να αποσπάσουν την προσοχή της άμυνας από τον Αμερικανό.

Στην τρίτη, το πλαίσιο είναι αντίστοιχο. Παρά το ότι ο Παναθηναϊκός έχει επανακτήσει το momentum, ένα απρόσεκτο foul του Καλάθη τον οδηγεί στον πάγκο, ο Mike James μένει μόνος στη θέση 1, κι αυτό μετατρέπει τον Παναθηναϊκό σε σύνολο που εξαρτάται απόλυτα από την ευστοχία του Αμερικανού.

Αμφισβητήσιμη διαχείριση, πολλές περισσότερες λάθος αποφάσεις και επιλογές, μια ακόμα σεζόν που το πλεονέκτημα έδρας δεν ήταν αρκετό για το ταξίδι στο Βελιγράδι, ένας τίτλος, και αναρίθμητα ερωτηματικά.

Στο επίκεντρο όλων των παραπάνω, ο Xavi Pascual και το έργο του μετά από σχεδόν δύο χρόνια στην Αθήνα.

Πριν κανείς καταλήξει στο πρόσημο της συνεργασίας του Παναθηναϊκού με τον Καταλανό, πρέπει πρώτα να ορίσει το πλαίσιο της κριτικής μέσω μιας σειράς ερωτήσεων:

  • Ποιες οι απαιτήσεις και οι ιδιαιτερότητες ενός οργανισμού όπως ο Παναθηναϊκός;
  • Με την πρόσληψη του Pascual, ποιοι ήταν οι ευρωπαϊκοί στόχοι της ομάδας (ο στόχος του double στις εγχώριες διοργανώσεις θεωρείται αυτονόητος);
  • Ποια τα αποτελέσματα σε Ελλάδα και Ευρώπη;
  • Πόσο σαφές είναι το στίγμα του προπονητή τόσο στα όσα παρουσιάζονται στο παρκέ όσο και στη σχηματοποίηση ενός σταθερού κορμού για το μέλλον;

Ξεκινώντας την αναζήτηση απαντήσεων, χρειάζεται κανείς να σκεφτεί το σημείο που βρισκόταν οι πράσινοι όταν ανέλαβε ο Καταλανός.

Μια ομάδα με εύθραυστες ισορροπίες στο εσωτερικό της (περιστατικό με τον τραυματισμό James στο χέρι, αρκετές υπόνοιες για τις σχέσεις των παικτών με τον Αργύρη Πεδουλάκη, εκρηκτικοί χαρακτήρες όπως ο Νίκος Παππάς και ο Γιάννης Μπουρούσης, πρώτη σεζόν χωρίς τον Δημήτρη Διαμαντίδη στο παρκέ και τα αποδυτήρια), μια off-season με μεγάλες επενδύσεις (Mike James, Μπουρούσης), συνεχόμενα projects που κατέληγαν σε φιάσκο (σεζόν 2015-16 με Σάλε, υποτιθέμενη “ελληνοποίηση” με Ivanovic), δικαιολογημένα απαιτητικό κοινό με δίψα για ευρωπαϊκή διάκριση μετά από χρόνια, κι ένας πρόεδρος με τάση για παρεμβάσεις χωρίς να ακολουθεί συγκεκριμένο μοτίβο συμπεριφοράς, άλλοτε σιωπηλός κι άλλοτε έτοιμος να ανατινάξει τα πάντα –με την πίεση σε τέτοια επίπεδα, δεν θα ήταν καθόλου παράλογο η ανάγκη της επιστροφής να οδηγήσει σε ασφυξία.

Στην παρουσίαση του Xavi Pascual, ο ευρωπαϊκός στόχος τέθηκε από τον Δημήτρη Γιαννακόπουλο:

Το γεγονός ότι ήρθε ο Pascual στον Παναθηναϊκό, δείχνει ότι ο Παναθηναϊκός θέλει να είναι στην κορυφή της Ευρώπης.”

Με την ολοκλήρωση της διετίας, τα αποτελέσματα έχουν ως εξής:

Δύο Πρωταθλήματα (το πρώτο με νίκη σε πέμπτο παιχνίδι στο ΣΕΦ, το δεύτερο με break στο break), ένα Κύπελλο Ελλάδος με αντίπαλο τον Άρη και έχοντας αποκλείσει τον Ολυμπιακό στον ημιτελικό, και δύο συνεχόμενες τέταρτες θέσεις στην regular season της Ευρωλίγκας. Ένας πιο αναλυτικός πίνακας με νίκες και ήττες στις ευρωπαϊκές αναμετρήσεις:

Untitled
*Την σεζόν 2016-17, ο Pascual ανέλαβε στο τρίτο ευρωπαικό παιχνίδι του Παναθηναικού. Τις πρώτες δύο αγωνιστικές οι πράσινοι είχαν στον πάγκο Πεδουλάκη και Βόβορα απέναντι σε Zalgiris στο ΟΑΚΑ και CSKA στη Μόσχα αντίστοιχα.
*Και τις δύο σεζόν οι τέσσερις που συμπλήρωναν την πρώτη πεντάδα ήταν η CSKA, η Real, η Fener, και ο Ολυμπιακός.

Παρατηρώντας τους αριθμούς, οι οποίοι σε κάθε περίπτωση περιγράφουν πρόσφατες μνήμες, προκύπτουν ορισμένα σαφή συμπεράσματα. Μια ομάδα για την οποία η έννοια της νίκης είναι ευθέως συνδεδεμένη με το ΟΑΚΑ, ασταθής όταν χρειάζεται να παίξει εκτός, με αρνητικό πρόσημο σε νίκες-ήττες όταν αντιμετωπίζει τους καλύτερους της διοργάνωσης, ενώ η κατάσταση γίνεται χειρότερη στα παιχνίδια που κρίνουν τη σεζόν. Σε επτά παιχνίδια, διαθέτοντας το πλεονέκτημα έδρας (με άλλα λόγια, παίζοντας τα τέσσερα από τα επτά στο ΟΑΚΑ), ο Παναθηναϊκός έχει κερδίσει μόλις ένα.

(Πόσες φορές, άραγε, μια παραλλαγή της παραπάνω παραγράφου έχει περιγράψει τον Παναθηναϊκό της μετα-Ομπράντοβιτς εποχής;)

Προεκτείνοντας τη συζήτηση πέρα από τους αριθμούς, επόμενο βήμα είναι η αναζήτηση για τα σημάδια μιας συγκεκριμένης προπονητικής φιλοσοφίας. Κι όταν κανείς εισέρχεται σε μια τέτοια διαδικασία, δεν υπάρχει περίπτωση να μην παραλληλίσει τα όσα παρουσίασε ο Καταλανός τις χρονιές που βρισκόταν στην Barcelona σε σχέση με την πρόοδο που υπάρχει στο project του Παναθηναϊκού.

Ακόμα κι αν η πορεία ήταν φθίνουσα από το 2014 και μετά, δεν υπάρχει κανείς που μπορεί να αμφισβητήσει το προπονητικό του έργο για το μεγαλύτερο διάστημα παραμονής του στον πάγκο της Barca. Ξεκάθαρο πλάνο, μπάσκετ με βάση την έννοια της συνεργασίας, δημιουργικότητα και πολυπρόσωπη επίθεση, σ’ ένα πρωτάθλημα με επίπεδο ανταγωνισμού που δεν μπορεί καν να συγκριθεί με το ελληνικό (κι ενώ παράλληλα κατέκτησε την Ευρωλίγκα το 2010 και συμμετείχε στα Final 4 του 2009, του 2012, του 2013, και του 2014 χάνοντας πάντα στον ημιτελικό). Το ερώτημα που προκύπτει είναι απλό:

Μπορεί κανείς να διακρίνει κάποιο από τα παραπάνω χαρακτηριστικά στην περίπτωση του Παναθηναϊκού; Θέτοντάς το διαφορετικά:

Πόσο έχουν προοδεύσει οι πράσινοι σε σχέση με το σημείο που βρίσκονταν μετά την απόλυση Πεδουλάκη;

Στην αρχή της θητείας του, ο Pascual εμφανίστηκε τόσο σίγουρος, ώστε έσπευσε να αρνηθεί ακόμα και το γιγαντιαίο ελαφρυντικό που συνοδεύει την πρώτη του σεζόν στο ΟΑΚΑ. Σε ερώτηση σχετικά με το κατά πόσο ήταν ικανοποιημένος με το roster που παρέλαβε, η απάντησή του ήταν η παρακάτω:

“Οι προπονητές προσαρμοζόμαστε στην ομάδα που έχουμε. Ποτέ δεν έχουμε την ομάδα που θέλουμε να έχουμε. Είμαστε ειδική περίπτωση ανθρώπων που δεν είμαστε ευχαριστημένοι με τίποτα. Δουλειά μας είναι να βγάλουμε το καλύτερο, την καλύτερη απόδοση των παικτών που έχουμε. Να κοιτάμε μπροστά και με καθαρό βλέμμα στα μάτια”.

Ακόμα, όμως, κι αν η σεζόν 2016-17 τοποθετείται στο ευρύτερο πλαίσιο της προσαρμογής του σ΄ένα διαφορετικό περιβάλλον, μ’ ένα roster διαφορετικών χαρακτηριστικών σε σχέση με όσα είχε συνηθίσει, και με τη διοίκηση να λειτουργεί και να αποφασίζει σπασμωδικά (από τον ενθουσιασμό και τις υπερβολές του #this_is_OAKA στην απόφαση για επιστροφή με λεωφορείο από την Κωνσταντινούπολη), δεν ισχύει το ίδιο και για τη δεύτερη, τουλάχιστον σε τεχνικό επίπεδο, μιας και είχε τα χρονικά περιθώρια να παρουσιάσει κάτι πολύ πιο αξιόλογο ενσταλάζοντας τις δικές του μπασκετικές αρχές.

Το πρώτο ζήτημα έχει να κάνει με τις επιλογές της στελέχωσης. Ο Pascual διατήρησε αρκετούς παίκτες με σημαντικό ρόλο για δεύτερη συνεχόμενη σεζόν (KC Rivers, Καλάθης, Singleton, Gist, Παππάς), προσέθεσε σουτ (Lojeski, Denmon) και αθλητικότητα (Αντετοκούνμπο), και προσπάθησε να καλύψει τα λεπτά πίσω από τον Καλάθη με τον Lekavicius.

Ιδιαίτερα στην περίπτωση του Λιθουανού, η αποτυχία μεγεθύνεται αν κανείς σκεφτεί πως ο Pascual επέλεξε λανθασμένα αναζητώντας την λύση σε ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα του Παναθηναικού τα τελευταία χρόνια: την απουσία εναλλακτικής στη θέση 1.

Ο Καταλανός επέλεξε έναν παίκτη που δυσκολεύεται να αμυνθεί απέναντι σε οποιονδήποτε αντίπαλο τον οδηγήσει στο low post, τον εξέθεσε ακόμα περισσότερο με την επιλογή των αλλαγών σ’ όλα τα screens αναγκάζοντάς τον να καταλήγει στην πίσω γραμμή άμυνας ακόμα και απέναντι στον αντίπαλο center, ενώ αυτό που τελικά αποδείχθηκε είναι πως ο Lekavicius νιώθει πιο άνετα έχοντας το ρόλο του εκτελεστή, είτε αυτό σημαίνει πως θα λειτουργήσει ως off-ball περιφερειακός που θα σουτάρει από μακριά, είτε θα προσπαθήσει να σπάσει την άμυνα που κινείται προς τα έξω (close-out) με την εκρηκτικότητά του.

Παρά τις αστοχίες στο θέμα της στελέχωσης, ο προσανατολισμός ήταν σαφής:

Κυκλοφορία της μπάλας, δημιουργία ελεύθερων σουτ για τους πολλούς περιφερειακούς εκτελεστές του roster (κυρίως με συνεργασίες μεταξύ Καλάθη-ψηλού-σουτέρ), pick n’ roll μεταξύ Καλάθη και Gist, και εκμετάλλευση της αποτελεσματικότητας του Καλάθη στο ανοιχτό γήπεδο. Τα παραδείγματα είναι πολλά, και καλύπτουν ολόκληρη την διάρκεια της σεζόν. Μια πρώτη περίπτωση pick n’ roll δράσης:

Μια δεύτερη περίπτωση με screening μακριά από την μπάλα μέχρι να προκύψει το ελέυθερο σουτ:

Μια τρίτη περίπτωση με το flare screen (screen πάνω σε επιθετικό ο οποίος κατευθύνεται αντίθετα από την μπάλα) του Gist να δημιουργεί τον χώρο για ελεύθερο σουτ του Rivers:

Κανείς δεν αμφισβητεί πως το πλάνο υπήρχε. Το πρόβλημα είναι πως δεν αποδείχθηκε λειτουργικό. Ακόμα και πριν τα πάντα ανατραπούν με την επιστροφή του James, τα κενά βρίσκονταν ήδη εκεί. Αστάθεια από παιχνίδι σε παιχνίδι, τάσεις παραίτησης στις εκτός έδρας αναμετρήσεις, χωρίς αμυντικούς δεσμούς και κώδικες επικοινωνίας ιδιαίτερα όταν στο παρκέ εμφανιζόταν η second unit, δυσλειτουργικό rotation στους ψηλούς με τις περιστασιακά καλές εμφανίσεις του Gist να καλύπτουν μέρος του προβλήματος (αν ο Gist έβγαινε εκτός ρυθμού ο Παναθηναϊκός κατέρρεε στη γραμμή των ψηλών), και αδικαιολόγητα πολύς χρόνος μέχρι ο Pascual να συνειδητοποιήσει πως η παρουσία του Αντετοκούνμπο ήταν το κλειδί που ανέβαζε επίπεδο την ομαδική αμυντική λειτουργία.

Μετά τις προσθήκες του χειμώνα, το βασικό ερώτημα διαφοροποιείται:

Πέντε μήνες μετά την έναρξη της σεζόν, γιατί ο Xavi Pascual ακυρώνει τις προσωπικές του επιλογές, γκρεμίζει τα όσα είχε καταφέρει να δομήσει, και αναιρεί τους κώδικες επικοινωνίας αλλάζοντας πλήρως κατεύθυνση στο είδος μπάσκετ που στόχευε να παρουσιάσει;

Η συμμετοχή στο Final 4 ήταν αυτοσκοπός, ο Καταλανός είδε την επιθετική λειτουργία της ομάδας του να βραχυκυκλώνει  (Lojeski εκτός, Rivers χωρίς ρυθμό, second unit με Παππά, Denmon, Lekavicius ελλιπής για το κορυφαίο επίπεδο), και, μπροστά στον κίνδυνο μιας αποτυχημένης σεζόν, επέλεξε να επενδύσει τα πάντα στον Αμερικανό — το θέμα είναι πως το έκανε με τον λάθος τρόπο.

Όταν ένα παιχνίδι κρινόταν στις τελευταίες κατοχές, η φύση του James τον οδηγεί στην ατομική προσπάθεια –το να υπάρχει, όμως, ο Καλάθης σε σχήματα που καταλήγει στο ρόλο του off-ball εκτελεστή είναι εξ ορισμού λάθος και η ευθύνη ανήκει στον προπονητή. Δύο ενδεικτικές περιπτώσεις από το Game 3 της σειράς με την Real. Στην πρώτη, ο James σουτάρει για το 70-70:

Στην δεύτερη, οι πράσινοι επιτίθενται πανομοιότυπα, όμως αυτή τη φορά ο James δεν βρίσκει χώρο για μακρινό σουτ και αναγκάζεται να διεισδύσει απέναντι στα μεγάλα κορμιά των Ισπανών:

Τη στιγμή που ο Παναθηναϊκός μπορούσε να κάνει το δικό του break, η βοήθεια από την άκρη του πάγκου δεν ήρθε ποτέ, κι αυτό επεκτείνεται τόσο σε τεχνικό όσο και σε πνευματικό επίπεδο.

Σχετικά με το πρώτο, τα όσα συμβαίνουν στις παραπάνω φάσεις δεν χρήζουν ιδιαίτερης ανάλυσης –εύκολα συμπεραίνει κανείς πως ο Καταλανός ακούμπησε ολόκληρη τη σεζόν στις ατομικές προσπάθειες του James.  

Παρατηρώντας τα παραπάνω gifs, η δεύτερη περίπτωση αποτελεί αντίγραφο της πρώτης: παίκτες ακίνητοι για συνεχόμενα δευτερόλεπτα (και στις δύο περιπτώσεις ο Καλάθης είναι ακροβολισμένος στην δεξιά γωνία χωρίς κανένα λόγο ύπαρξης στην πράσινη επίθεση), ένα υποτυπώδες screen, και αναμονή για το αν ο James θα σουτάρει για τρεις ή θα διεισδύσει μόνος απέναντι σε ολόκληρη την ισπανική άμυνα.

Σχετικά με το δεύτερο, χρειάζεται κανείς να σκεφτεί τις ιδιαιτερότητες που προέκυψαν λόγω της διαμάχης με την διοργανώτρια αρχή. Η γλώσσα του σώματος των παικτών πρόδιδε τα πάντα σε ολόκληρη την διάρκεια της σειράς. Νευρικότητα, τάση για αντίδραση σε κάθε σφύριγμα, καμία ψυχραιμία. Ανεξάρτητα από λάθη, διαμάχες και προκλητική συμπεριφορά αντιπάλων, ο Pascual όφειλε να διατηρήσει τους παίκτες συγκεντρωμένους μόνο στο παιχνίδι κι αυτό είναι μία ακόμα προσωπική του αποτυχία.

Εδώ δεν υπάρχουν δικαιολογίες: τα playoffs είναι το χρονικό σημείο που κάθε ομάδα χρειάζεται την παρέμβαση του προπονητή της και φέτος, όπως και πέρσι, τόσο στο τακτικό μικροεπίπεδο συγκεκριμένων στιγμών όσο και στην ευρύτερη προπονητική επίδραση κατά τη διάρκεια μιας σειράς, η παρουσία του Xavi Pascual δεν πρόσφερε σε καμιά περίπτωση κάποιο στρατηγικό πλεονέκτημα.

Ο τρόπος που λειτούργησε ο Καταλανός αφήνει κενά ακόμα και όταν ο ορίζοντας διευρύνεται. Αν κανείς σκεφτεί πως ο Pascual ήρθε το φθινόπωρο του 2016 υπογράφοντας για μια τριετία, τότε η σχηματοποίηση ενός σταθερού κορμού με προοπτικές για το μέλλον μπορεί να θεωρηθεί βασική απαίτηση. Όταν, όμως, ο δημιουργός του project αποφασίζει την ακύρωσή του εν μέσω μιας διαδικασίας εξέλιξης, το συμπέρασμα που προκύπτει είναι, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, μια παραδοχή: είτε αποτυχίας είτε αδυναμίας ολοκλήρωσής του. Επιπλέον, εν όψει της επόμενης σεζόν και με αρκετά κομβικά συμβόλαια να αιωρούνται, υπάρχει κανείς που αμφισβητεί πως ο Παναθηναϊκός πρέπει να αρχίσει ξανά από το μηδέν —ή, κατ’ ελάχιστον, από κάπου πολύ κοντά σε αυτό;

Πριν το δεύτερο φετινό παιχνίδι απέναντι στην Maccabi, κι ενώ ο Παναθηναϊκός είχε αρχίσει να κερδίζει ξανά μετά από ένα νεκρό διάστημα τριών συνεχόμενων ηττών (Khimki και Real εκτός, Ολυμπιακός εντός) αμέσως μετά την προσθήκη των James και Payne, ο Xavi Pascual δηλώνει:

“Νομίζω πως στο πρώτο μέρος της σεζόν είχαμε χημεία. Όλες οι ομάδες σε αυτή τη διοργάνωση έχουν κακές στιγμές. Είχαμε μερικές και εμείς. Δεν είμαστε στο καλύτερο δυνατό επίπεδο, πρέπει να βελτιωθούμε. Ο Payne και ο James θέλουν χρόνο. Θέλουμε χρόνο για να είμαστε στο υψηλότερο επίπεδο.”

Προκύπτουν ξανά ερωτήματα.

Γιατί να αλλάξουν οι ισορροπίες που εδραιώθηκαν στο πρώτο μισό της σεζόν;

Την σεζόν 2016-17, ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα ήταν το νωθρό ξεκίνημα που ανάγκαζε τους πράσινους να κυνηγούν συνεχείς ανατροπές. Φέτος, κι ενώ είχε ήδη χρειαστεί αρκετό χρόνο, ο Pascual εδραίωσε μια σταθερή βασική πεντάδα η οποία εξασφάλιζε συνέπεια και στις δύο πλευρές του παρκέ (Καλάθης, Lojeski, Αντετοκούνμπο, Singleton, Gist) αντιμετωπίζοντας αυτή την αδυναμία. Ενώ, λοιπόν, χρειαζόταν χρόνο, γιατί ο James είναι στο βασικό σχήμα του παιχνιδιού με την Khimki διαταράσσοντας μια από τις βασικές σταθερές της σεζόν;

Ποια τα περιθώρια βελτίωσης ενός συνόλου που έχει υποστεί ηλεκτροσόκ από τις 22 Μαρτίου (ημερομηνία αναμέτρησης με την Maccabi) μέχρι την έναρξη των playoffs στις 17 Απριλίου, κι ενώ έχει προηγηθεί σχεδόν ολόκληρη η σεζόν με την όποια πρόοδο απλά να διαγράφεται;

Αν κανείς συνυπολογίσει ρεαλιστικά την κατάσταση στην οποία βρίσκεται ο Ολυμπιακός την τελευταία διετία, τότε το μόνο που θα προστεθεί είναι πως οι πράσινοι πέτυχαν το αυτονόητο σ’ έναν θεσμό που κρίνεται σε τοξικό περιβάλλον, έχοντας απαξιωθεί πλήρως από κάθε σκεπτόμενο παρατηρητή.

Δεν λέμε ότι ο Xavi Pascual δεν είναι καλός προπονητής. Δεν λέμε ότι σ’ αυτή την διετία δεν είχε θετικές στιγμές. Δεν λέμε ότι ο Παναθηναϊκός, ειδικά των τελευταίων δύο χρόνων, είναι ένα περιβάλλον που επιτρέπει στον προπονητή του να δουλέψει απερίσπαστος. Δεν λέμε ότι πρέπει ν’ απολυθεί. Δεν λέμε ότι αποκλείουμε του χρόνου να παρουσιάσει μια ομάδα πολύ καλύτερη. Δεν λέμε, όχι σ’ αυτό το κείμενο, ότι υπάρχει κάποιος περισσότερο κατάλληλος να το κάνει. Λέμε, απλώς, αυτό: μέχρι τώρα, έχει αποτύχει.

 

5 thoughts on “O Xavi Pascual και το κριτήριο της επιτυχίας

Add yours

  1. Εξαιρετική πραγματικά ανάλυση! Είμαι από αυτούς που λένε “ούτε κρύο ούτε ζέστη” για τον Πασκουάλ για πολλούς από τους λόγους που αναφέρονται παραπάνω.
    Ο κυριότερος όλων το κομμάτι που λέει πως έπαιξε όλη τη χρονιά (και τους τελικούς) στα isolation του Τζέιμς (με σωστή επισήμανση στον “spot shoοter Καλάθη σε αυτά).
    Θεωρώ όμως τον όρο της αποτυχίας, που υπάρχει στο τέλος, υπερβολικό για 2 λόγους.
    1. Καμία ομάδα δεν προέρχεται από το μηδέν. Όπως αναφέρει το άρθρο, σωστά, τις προσδοκίες λόγω της εικοσαετίας επιτυχιών, θα έπρεπε στον ορισμό του πλαισίου της τακτικής να περιλαμβάνετε και το σημείο που βρήκε την ομάδα (όχι το αγωνιστικό). Παρέλαβε μια ομάδα με 5 συναπτά έτη με μόνο εγχώριες επιτυχίες και τεράστιες ευρωπαικές απογοητεύσεις. Συγκριτικά λοιπόν πάντα, ένας αποκλεισμός από την μετέπειτα, χαλαρή, πρωταθλήτρια με 3-1 και 3 οριακές ήττες, σίγουρα δεν είναι επιτυχία αλλά τουλάχιστον, είναι πολλά βήματα μπροστά.
    2. Όταν μειώνουμε την επιτυχία του να κερδίζεις τον αντίπαλο που είστε στο top 5-6 της Ευρώπης λόγω εξωτερικών παραγόντων (όχι απαραιτήτως άδικα), είναι άνισο να “ξεχνάμε” τις συνθήκες στην Ευρωλίγκα. Χωρίς αμφισβήτηση, ο Παναθηναικός είχε κόντρα διαιτησία σε όλα τα ματς που έχασε (εξόφθαλμη σε κάποιες περιπτώσεις) κάτι που αποτελεί εξωγενή παράγοντα (είναι θέμα Δημήτρη Γιαννακόπουλου, όχι Πασκουάλ). Η φάση με το isolation του Τζέιμς στο GIF είναι χαρακτηριστική και θα μπορούσε να του δώσει το παιχνίδι.

    Εν κατακλείδι, νομίζω πως τα 2 χρόνια του Πασκουάλ έχουν γίνει βήματα μπροστά αλλά, και με ευθύνη του ίδιου, όχι όσα θα περιμέναμε ή θα έπρεπε. Θα ήθελα του χρόνου, χωρίς να εμπλακεί κάπου η διοργανώτρια, να δούμε αν θα ολοκληρωθεί το πλάνο επιτυχώς ή όχι.

    Liked by 1 person

  2. Άρθρο στη σωστή κατεύθυνση. Ο Xavi Pascual δε θα έλεγα πως απέτυχε (κυρίως επειδή έχω συναίσθηση του που ήμασταν όταν ανέλαβε) αλλά σίγουρα δε δείχνουμε να μπορούμε να κάνουμε το βήμα παραπάνω μαζί του(=κάτι παραπάνω από τιμητική συμμετοχή στο f4). Για μένα το μεγαλύτερο πρόβλημα του ειναι τα knock out παιχνίδια (ψυχολογική προετοιμασία, εφεδρικό πλάνο και κατανόηση της ροής του παιχνιδιού) και άρα έτσι όπως είναι δομημένο το σύγχρονο ευρωπαικό μπάσκετ, έχει θέμα.

    Ως προς τα τεχνικά ζητήματα, είστε λίγο άδικοι: Ο Xavi στην αρχή της χρονιάς κράτησε κάποιες βασικές αρχές από τις περσινές (αθλητικότητα στο backcourt, αλλαγές στα screen, απειλή με τρίποντο από πολλούς παίκτες), προσέθεσε αρκετά καλύτερη κίνηση μακριά από τη μπάλα σε σχέση με πέρσυ και τελικά καταλήξαμε στην πρόβα f4 (Φενέρ εκτός, ΤΣΣΚΑ εντός) να χάσουμε και στα 2 ματσάκια. Εκεί κατάλαβε πως η ομάδα του έχει ταβάνι και προσέθεσε μούσκουλα (=ο αρκετά σκληρότερος Payne σε σχέση με τους υπάρχοντες) και firepower(=ο καλύτερος παίκτης στην Ευρώπη σε 1 vs 1James). Απλά στη σειρά με τη Ρεάλ δεν κατάφερε ουτε να δωσει συνεχεια στους παικτες του ουτε να εμφανισει plan b ικανο να προβληματισει τη Μαδριτη για παραπανω απο 25-30 λεπτά (συνολικά σε 3 αγώνες).

    Δεν πιστευω πως φταιει η στασιμοτητα επιθετικα λογω James-η ομάδα δεν είχε πάντα στασιμότητα στην επίθεση με τον 2ο (υπάρχουν αρκετά gifάκια που δείχνουν εξαίρετη κίνηση μακριά από τη μπάλα με τον James μέσα). Πιστευω πως ειναι ανικανοτητα στο ψυχολογικο κομματι, δλδ οι παίκτες δεν καταφεραν οποτε δυσκολευονταν να βγαλουν τη δουλεια στις προπονησεις εντος παρκε και πηγαινανε ασυνειδητα στα iso του James. Τα οποια ειναι χρυσος για 6-8 επιθεσεις και οχι για δεκαπενταλεπτα απεναντι σε ομαδες f4 (η ρεαλ ή η τσσκα δεν ειναι η μιλαν και η βασκονια).

    Εν κατακλειδι, ακομα κι αν παμε σε πιο…ευρωπαικο στιλ παιχνιδιου, αμφιβαλλω αν θα δουμε κατι διαφορετικο με τον Pascual από το τοπ8 και μετά.

    Liked by 1 person

    1. Συμφωνούμε 100% περί πλάνου στην αρχή της σεζόν (αναφέρεται άλλωστε στο κείμενο). Επίσης, πολύ καλή παρατήρηση πως η εβδομάδα με CSKA και Fener κλόνισε την πίστη του Pascual.

      Για το θέμα της στασιμότητας όταν συνυπήρχαν James-Καλάθης: όντως υπήρχαν πάμπολλες περιπτώσεις που η μπάλα κυκλοφορούσε ικανοποιητικά, όμως τις περισσότερες φορές ήταν καταστάσεις δευτερεύοντα αιφνιδιασμού. Όταν ο ΠΑΟ έπρεπε να παράγει στο μισό γήπεδο και αφού είχαν περάσει τα πρώτα 10-12 δευτερόλεπτα της επίθεσης εγκλωβιζόταν και από ένστικτο στρεφόταν στον Αμερικανό.

      Πάντως, είτε το roster της επόμενης σεζόν είναι εξευρωπαισμένο είτε όχι, οφείλει να δείξει πολλά περισσότερα.

      Like

Leave a Reply

Fill in your details below or click an icon to log in:

WordPress.com Logo

You are commenting using your WordPress.com account. Log Out /  Change )

Facebook photo

You are commenting using your Facebook account. Log Out /  Change )

Connecting to %s

Create a website or blog at WordPress.com

Up ↑