Σημειώσεις Στελέχωσης: Ολυμπιακός

Σκέψεις και σχόλια για τις καλοκαιρινές προσθαφαιρέσεις στο ερυθρόλευκο roster.

Έχοντας κατά νου μία στρατηγική που, κατά πάσα πιθανότητα, ήταν σχεδιασμένη αρκετά πριν τον αποκλεισμό από την Zalgiris και υπαγόρευε την αλλαγή των δεσμών με το πρόσφατο παρελθόν, ο Ολυμπιακός εισήλθε στην offseason έχοντας να επιλέξει και να αποφασίσει για πολλά περισσότερα από τους παίκτες που θα συμπλήρωναν το επόμενο roster —οι ερυθρόλευκοι βρέθηκαν στο κατώφλι της Τρίτης Εποχής υπό την διοίκηση των αδελφών Αγγελόπουλων αντιμετωπίζοντας την πρόκληση της επανεκκίνησης του οργανισμού.  

Πέρα από αλλαγές προσώπων που συνέδεσαν το όνομά τους με τα πρόσφατα χρόνια της ομάδας (αποχώρηση Σφαιρόπουλου-Tomic) ή άλλων που το ιστορικό τους καθιστούσε απαραίτητη την αλλαγή (ιατρικό επιτελείο), και προσηλώνοντας το βλέμμα στις αγωνιστικές επιλογές, ακολουθούν κάποιες παρατηρήσεις σχετικά με τη διαμόρφωση του roster της επόμενης σεζόν.

Μας άρεσε:

  • Η συνεργασία με τον David Blatt

Έχουμε ασχοληθεί με τον Αμερικανο-Ισραηλινό προπονητή και τον τρόπο που η θητεία του στους Cleveland Cavaliers  υπογράμμισε τις ιδιαιτερότητες που πρέπει να διαχειριστεί ο Ευρωπαίος προπονητής που μεταβαίνει στο NBA, ενώ πρόσφατα επιχειρήσαμε μια αναζήτηση της ιστορίας, των αρχών, και των χαρακτηριστικών της Princeton offense, της επίθεσης με την οποία έχει συνδέσει το όνομά του ο Blatt. Ένα απόσπασμα από το κείμενο “David Blatt και Princeton offense”, σχετικό με την εικόνα που αναμένεται από τον Ολυμπιακό της επόμενης σεζόν:

Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα όλων, η δεύτερη θητεία του στην Maccabi. Ο Blatt παρέμεινε στο Tel Aviv από το 2010 έως το 2014, και όχι μόνο παρουσίασε ένα σύνολο που η επίθεσή του ήταν δομημένη βάσει των αρχών της Princeton offense, αλλά ενσωμάτωσε δεκάδες παραλλαγές, συνδύασε pick n’ roll sets με την κίνηση της Princeton, πειραματίστηκε με τον ρόλο του screening σε μια αποτελεσματική επίθεση, και εν τέλει κατάφερε να κερδίσει κατακτώντας το τρόπαιο το 2014 –από την στιγμή που ο Ολυμπιακός θα μπει σε διαδικασία αξιολόγησης της προόδου του με τον David Blatt στη θέση του head coach, τα όσα παρουσίασε η συγκεκριμένη version της Maccabi αποτελεί το καλύτερο μέτρο σύγκρισης (προφανώς σε βάθος χρόνου).”

  • Η προοπτική για δημιουργία από κάθε θέση

Αν κανείς αναζητήσει έναν χαρακτηρισμό για την περσινή επιθετική εικόνα του Ολυμπιακού, τότε ο όρος “μονοδιάστατη” μοιάζει να υπερκαλύπτει κάθε πτυχή όσων αποτύπωσαν οι ερυθρόλευκοι στο επιθετικό μισό του παρκέ (με βασικό άξονα τις pick n roll συνεργασίες μεταξύ Σπανούλη και Milutinov). Αυτό πρόκειται να αλλάξει φέτος, κι είναι ένα συμπέρασμα που τεκμαίρεται όχι μόνο από τις μεταγραφικές επιλογές, αλλά και από το ότι η δημιουργία από κάθε θέση αποτελεί θεμελιώδες χαρακτηριστικό της Princeton Offense του Blatt —χωρίς ικανούς δημιουργούς σε κάθε γραμμή, το κενό επηρεάζει τη συνολική ροή της επίθεσης.

Πέρα από το επίπεδο δημιουργίας που εξασφαλίζεται από την παρουσία του Σπανούλη στην περιφέρεια, ο Nigel Williams-Goss είναι ένας guard που ισορροπεί μεταξύ δημιουργίας και εκτέλεσης, σε αντίθεση με τον Brian Roberts που σχεδόν όλες οι καλές του εμφανίσεις πέρσι ήταν άμεσα συνυφασμένες με την ροπή του προς την εκτέλεση.

Εκτός από την δημιουργία στην περιφέρεια αλλά και στην γραμμή των ψηλών, στοιχείο που εξασφαλίζεται από την παρουσία του Milutinov στη θέση του βασικού center, ο Ολυμπιακός διαθέτει πλέον αρκετούς forwards που, ακόμα κι αν δεν είναι εξαιρετικοί στο επίπεδο της αντίληψής τους για τελική πάσα, είναι αξιόπιστοι ball movers, μπορούν δηλαδή να πασάρουν γρήγορα και με ασφάλεια (με θέληση και μυαλό) στο μισό γήπεδο.

Εκτός από τον Πρίντεζη που οπωσδήποτε ξεφεύγει από την κατηγορία του ball mover λειτουργώντας ως δημιουργός στις επιθέσεις που έχει την μπάλα με πλάτη στο low post (highlight οι πάσες πάνω από το κεφάλι με την πλάτη γυρισμένη στον cutter της weak side), προστέθηκαν ο Axel Toupane και ο Jannis Timma ( ο δεύτερος με χαρακτηριστικά παρόμοια με αυτά του Πρίντεζη στην επίθεση), ενώ κάτι που επίσης υπάρχει ως δεδομένο αλλά δεν έχει σημειωθεί αρκετά είναι το βελτιωμένο επίπεδο δημιουργίας  του Κώστα Παπανικολάου (στη σεζόν που τελείωσε, σε 28 παιχνίδια Ευρωλίγκας, ο Παπανικολάου είχε 58 assists [2,07/αγώνα], ενώ στη σεζόν 2016-17, είχε 56 assists σε 37 παιχνίδια [1,51/αγώνα]).

*Σε όλα αυτά υπάρχει μια ένσταση η οποία αναφέρεται  παρακάτω.

  • Ο Nikola Milutinov στη θέση του βασικού center

Η στιγμή που οριστικοποιήθηκε η μη μετάβαση του Σέρβου στους Spurs ήταν η στιγμή που σε σημαντικό βαθμό απλοποίησε την offseason του Ολυμπιακού —ένας center με τα αγωνιστικά χαρακτηριστικά του Milutinov (παιχνίδι με πλάτη, δημιουργία, αντίληψη καταστάσεων στο μισό γήπεδο) είναι απαραίτητος για το επιθετικό πλαίσιο μέσα στο οποίο λειτουργεί ο David Blatt. Η βασικότερη διαφορά στον ρόλο του συγκριτικά με πέρσι έχει να κάνει με τον τρόπο που ο Σέρβος θα εμπλέκεται στις δράσεις μισού γηπέδου.

Κατά την περασμένη σεζόν, ως ένας από τους βασικούς δημιουργικούς άξονες της ερυθρόλευκης επίθεσης, ο Milutinov είτε λειτουργούσε ως screener περισσότερο πάνω στην μπάλα και λιγότερο μακριά από αυτήν, είτε (σε πολύ μικρότερο βαθμό) λειτουργούσε ως σκαλοπάτι στο high post, με την μπάλα να ακουμπά σ’ αυτόν πριν φτάσει στους cutters (όταν, σπάνια, υπήρχαν αυτές οι προϋποθέσεις).

Φέτος, ο Σέρβος θα παίξει πολύ περισσότερο με την μπάλα στα χέρια, κι αυτό σημαίνει πως ο ρόλος του on-ball δημιουργού θα είναι αρκετά πιο αναβαθμισμένος σε σχέση με αυτόν του δημιουργού-screener στον οποίο χρησιμοποιήθηκε ως επί το πλείστον τις δύο τελευταίες σεζόν. Εκτός από αυτή την αλλαγή που θα ωθήσει τον Milutinov στο επόμενο επίπεδο (μιλώντας πάντα για δημιουργία), ένα στοιχείο που μας αρέσει είναι η πλαισίωσή του με τον Zach LeDay, δηλαδή με έναν παίκτη ικανό να προσφέρει όσα δυσκολεύουν τον Σέρβο πάνω από το καλάθι (αν και το rim protection του Milutinov δεν είναι σε καμία περίπτωση αναξιόπιστο).

Ενώ, λοιπόν, πέρσι ο Ολυμπιακός δεν είχε κλασικό rim protector (κι αυτό ήταν ένα κενό που λανθασμένα καλύφθηκε με τον McLean),  o LeDay πλαισιώνει τον Milutinov με αλτικότητα, ενέργεια, και πόδια που μπορούν να ακολουθήσουν γρήγορους guards, ενώ παράλληλα έχει την προοπτική να προστεθεί στην ακολουθία των ψηλών που αποκόμισαν τα οφέλη των pick n roll συνεργασιών με τον Βασίλη Σπανούλη, με τον Ολυμπιακό να έχει συνθέσει ένα δίδυμο με πολλά διαφορετικά χαρακτηριστικά για τη θέση.

  • Οι πολλοί παίκτες που μπορούν να σουτάρουν από μακριά

Στην regular season της περσινής Ευρωλίγκας, ο Ολυμπιακός ήταν η ομάδα με το χαμηλότερο ποσοστό ευστοχίας από το τρίποντο (33,38%), ενώ παράλληλα ήταν 13ος στον αριθμό εύστοχων τριπόντων, αφήνοντας πίσω του μόνο την Efes, την Zalgiris, και την Maccabi (προφανώς εδώ υπάρχει και ο παράγοντας του ρυθμού). Στα playoffs, με όλες τις σειρές να τελειώνουν μετά από 4 παιχνίδια, ο Ολυμπιακός είχε πάλι το χαμηλότερο ποσοστό ευστοχίας από το τρίποντο μεταξύ των 8 ομάδων που συμμετείχαν (34,02%). Τα παραπάνω δεν είναι αποτέλεσμα έλλειψης κλασικών σουτέρ, αλλά είναι παράγωγο ενός πλάνου στο οποίο δεν υπήρχε στόχευση για σταθερή παραγωγή μακρινών σουτ με καλές προϋποθέσεις. Αρκεί κανείς να σκεφτεί την περίπτωση του Hollis Thompson —ενώ είχε έρθει για να αποτελέσει την βασική απειλή από μακριά, ο Αμερικανός κατέληξε στις παρυφές του roster χωρίς ουσιαστικό χρόνο συμμετοχής.

Αυτό που μας αρέσει στη φετινή στελέχωση είναι πως οι ερυθρόλευκοι δεν επέλεξαν έναν μακρινό εκτελεστή που θα σηκώσει το περισσότερο βάρος της περιφερειακής εκτέλεσης, αλλά προτίμησαν παίκτες που μπορεί να μην είναι κλασικοί σουτέρ όπως ο Thompson ή ο KC Rivers, αλλά το μακρινό τους σουτ είναι τουλάχιστον αξιόπιστο.

Πέρσι, ο Williams-Goss εκτέλεσε 32 τρίποντα ευστοχώντας στα 16 (50% με 3,5 προσπάθειες ανά αγώνα) σε 9 παιχνίδια του Eurocup με την Partizan, 65 ευστοχώντας στα 30 (46,2% με 3,25 προσπάθειες ανά αγώνα) σε 20 παιχνίδια της Αδριατικής Λίγκας, και 36 ευστοχώντας στα 19 (52,8% με 2,57 προσπάθειες ανά αγώνα) σε 14 παιχνίδια του σερβικού πρωταθλήματος, Timma και Vezenkov είναι forwards με το τρίποντο να είναι βασικό χαρακτηριστικό της αγωνιστικής τους συμπεριφοράς (πέρσι, σε μια σεζόν που θεωρείται πως δεν απέδωσε ιδιαίτερα, ο Timma ευστόχησε στα 54 από τα 131 τρίποντα που εκτέλεσε, δηλαδή 41,2% σε 3,9 προσπάθειες ανά αγώνα) , ενώ στο roster υπάρχουν ήδη Σπανούλης, Strelnieks, αλλά και ο σχετικά αξιόπιστος Γιώργος Πρίντεζης.

  • Οι slashers/cutters που υποστηρίζουν τα cuts της Princeton offense

Cutter: ο παίκτης που κινείται χωρίς την μπάλα προς το καλάθι

Slasher: ο παίκτης που έχει την μπάλα και επιχειρεί το drive μέχρι το καλάθι.

Τόσο το backdoor cut (η κίνηση του επιθετικού πίσω από τον αμυντικό με κατεύθυνση προς το καλάθι), όσο και γενικότερα οι διαφορετικές εκδοχές cuts και διεισδύσεων προς το καλάθι αποτελούν θεμελιώδες χαρακτηριστικό της Princeton offense που εφαρμόζει ο David Blatt.

Ο Ολυμπιακός, εκτός από τους cutters/slashers που ήδη διέθετε, όπως ο Παπανικολάου (τα cuts του παράλληλα με την baseline ήταν χαρακτηριστικό play της εποχής Σφαιρόπουλου), και ο Σπανούλης (slasher —αν και προφανώς το συγκεκριμένο χαρακτηριστικό του έχει φθαρεί από τον χρόνο), προσέθεσε forwards που κινούνται χωρίς την μπάλα κόβοντας προς το καλάθι.

Σε ένα από τα πιο χαρακτηριστικά plays της περσινής Baskonia, ο Jannis Timma λειτουργούσε ως cutter παράλληλα με την baseline, και στη συνέχεια έπαιρνε την μπάλα από τον ψηλό που βρισκόταν στο high post.

Εκτός από τον Timma, ο Toupane είναι επίσης παίκτης που περισσότερο κινείται προς το καλάθι ή διεισδύει με την μπάλα παρά σουτάρει από μακριά, ενώ και ο Vezenkov, παρά το ότι η αγωνιστική του συμπεριφορά σαφέστατα γέρνει προς το μακρινό σουτ, είναι βέβαιο πως μπορεί να παίξει τον ρόλο του cutter.  

Δεν μας άρεσε:

  • Οι guards που δεν εξασφαλίζουν αξιόπιστη περιφερειακή άμυνα

Οι guards του Ολυμπιακού: Σπανούλης, Williams-Goss, Strelnieks, Μάντζαρης, Τολιόπουλος, Αρσενόπουλος.

Αν κανείς σταθεί στο ύψος και τα αθλητικά χαρακτηριστικά της περιφερειακής γραμμής του Ολυμπιακού, τότε διαπιστώνει πως υπάρχει ένα εμφανές κενό: δεν υπάρχει guard που μπορεί να σταθεί απέναντι σε ψηλότερους και πιο δυνατούς αντιπάλους για συνεχόμενα λεπτά, δεν υπάρχει guard που μπορεί -έστω περιστασιακά- να μετακινηθεί στην πίσω γραμμή άμυνας, δεν υπάρχει guard που μπορεί να ανεβάσει την ένταση στην πίεση της μπάλας, και δεν υπάρχει guard που μπορεί να ανταποκριθεί στο εκρηκτικό πρώτο βήμα ενός αντιπάλου που θα επιχειρήσει διείσδυση.

Πέρα απ’ αυτό, χωρίς ύψος και ουσιαστική αθλητικότητα στη γραμμή των περιφερειακών, ο Ολυμπιακός δεν μπορεί να αμυνθεί με switch everything (άμυνα με αλλαγές σε όλα τα screens), σε μια εποχή που η δυνατότητα ενός συνόλου να υποστηρίξει όσο καλύτερα γίνεται την συγκεκριμένη αμυντική επιλογή αποτελεί βασικό παράγοντα για τις ομάδες που επενδύουν στη μέγιστη αμυντική ένταση (ευρωπαϊκό παράδειγμα ο περσινός Παναθηναϊκός, αμερικανικό παράδειγμα η δομή στο roster των Boston Celtics ή των περσινών Rockets).

Ακόμα κι αν ο Ολυμπιακός διαθέτει αρκετούς αθλητικούς forwards που έχουν τα πόδια για να ακολουθήσουν τους αντίπαλους περιφερειακούς σε ερυθρόλευκα σχήματα με έναν guard και 4 ψηλότερους παίκτες (όπως για παράδειγμα έγινε πέρσι με τον Παπανικολάου να αμύνεται πάνω στον Doncic), η απουσία ενός περιφερειακού defensive stopper εξακολουθεί να αποτελεί κενό στο roster —η χρησιμοποίηση ενός forward σ’ αυτόν τον ρόλο μπορεί να σταθεί μόνο ως επικουρική λύση και όχι ως σταθερή επιλογή.

  • Ο Zach LeDay είναι ο μοναδικός αθλητικός ψηλός της frontline

Ο Ολυμπιακός μπορεί να πλαισίωσε σωστά τον Milutinov με έναν αθλητικό center, αλλά, για την θέση του power forward, επέλεξε παίκτες χωρίς αθλητικότητα και με ερωτηματικά για το κατά πόσο μπορούν να αμυνθούν αποτελεσματικά στο low post.

Από τη στιγμή που οι δύο βασικοί πόλοι της γραμμής των ψηλών (Milutinov στο 5, Πρίντεζης στο 4) στηρίζονται σε μεγάλο βαθμό στο παιχνίδι με πλάτη χωρίς να είναι ιδιαίτερα αθλητικοί, ο Ολυμπιακός χρειαζόταν να συμπληρώσει το roster με παίκτες που θα διέθεταν δύο συγκεκριμένα χαρακτηριστικά: αξιόλογο μακρινό σουτ που αναγκάζει την αντίπαλη άμυνα να καλύψει περισσότερα τετραγωνικά (Timma-Vezenkov), και αθλητικότητα (LeDay).

Κατά μία έννοια, η τριάδα των Παπανικολάου-Toupane-LeDay θα αποτελέσει τη αθλητική ραχοκοκαλιά της ομάδας, καλούμενη να απορροφήσει τις όποιες πιέσεις θα βάζει στον Ολυμπιακό η υπεροχή πολλών αντιπάλων του σε αυτό το κομμάτι. Μπορούν οι τρεις του να ανταποκριθούν; Μπορούν να δώσουν τις αθλητικές βοήθειες που θα χρειαστούν τόσο προς την περιφέρεια όσο και προς τη ρακέτα; Πως θα διαμορφωθούν οι πεντάδες του Ολυμπιακό όταν σε αυτές θα βρίσκεται μόνο ένας ή και κανένας από τους παραπάνω;

Πιστεύουμε πως τουλάχιστον ένας εκ των Timma και Vezenkov έπρεπε να είναι παίκτης ικανός να παίξει πάνω από το καλάθι όπως ο LeDay, ενώ παράλληλα θα έπρεπε να μπορεί να αμυνθεί απέναντι σε αντιπάλους που παίζουν με πλάτη στο low post (ο Timma μπορεί να το κάνει ικανοποιητικά, αν και το ύψος του, που είναι μόλις 2.01, τον περιορίζει και δεν μπορεί να μαρκάρει πολύ ψηλούς αντιπάλους).

Το κενό γίνεται εμφανές αν κάποιος συγκρίνει την δομή της ερυθρόλευκης frontline με βασικούς της αντιπάλους. Ενώ ο LeDay είναι ο μόνος αθλητικός ψηλός του Ολυμπιακού, ο Παναθηναϊκός αντιπαρατάσσει Gist και Lasme, ενώ είναι δεδομένο πως ανάμεσα στους παίκτες που θα αμυνθούν πάνω στον LeDay είναι ο Θανάσης Αντετοκούνμπο. Από την άλλη, η σύγκριση δείχνει το ίδιο μη ευνοϊκή απέναντι σε ομάδες που στηρίζονται περισσότερο σε forwards και centers ικανούς να παίξουν με πλάτη. Ένα απλό ερώτημα: πόσο αποτελεσματικά μπορεί να ματσάρει η frontline του Ολυμπιακού την αντίστοιχη της Real;

Στο μεταίχμιο

  • Οι Αμερικανοί χωρίς εμπειρία

Επιλέγοντας LeDay και Williams-Goss, ο Ολυμπιακός αποφάσισε συνειδητά να πάρει ένα ρίσκο. Και οι δύο έχουν κοινά χαρακτηριστικά στην μπασκετική τους πορεία (αν και το όνομα του Williams-Goss συνοδεύτηκε από πολύ περισσότερο hype στην κολεγιακή του καριέρα). Και οι δύο με redshirt year λόγω αλλαγής κολεγίου στο βιογραφικό τους (ο όρος χρησιμοποιείται στον κολεγιακό αθλητισμό για να περιγράψει το χρονικό διάστημα που ένας αθλητής μένει εκτός επίσημων υποχρεώσεων της ομάδας είτε από επιλογή είτε υποχρεωτικά όταν αλλάζει κολέγιο), και οι δύο με μία σεζόν στο ευρωπαϊκό μπάσκετ πριν εμφανιστούν στα παρκέ της Ευρωλίγκας (Hapoel Gilboa Galil ο LeDay, Partizan ο Williams-Goss), και, πάνω απ’ όλα, και οι δύο με το πρέπει μιας σεζόν που η απόδοσή τους θα πρέπει να κινηθεί άνω του μέσου όρου, έχοντας καταλάβει δύο οργανικές θέσεις στο ερυθρόλευκο roster.

Η πιο εντυπωσιακή φωτογραφία του LeDay από τα χρόνια του κολεγίου.Οι Virginia Tech Hokies αντιμετωπίζουν τους Duke Blue Devils, ο LeDay ετοιμάζεται να επαναφέρει, και όλη η κερκίδα του Duke σκύβει προς το μέρος του. (Photo via Streeter Lecka)

Με την επιλογή των δύο Αμερικανών, ο Ολυμπιακός αποδεικνύει πως ο David Blatt είναι ο απόλυτος διαχειριστής στη φετινή στελέχωση. Ο Αμερικανο-Ισραηλινός είναι προπονητής που συχνά επιλέγει τέτοιου είδους Αμερικανούς-στοιχήματα όταν διακρίνει πως μπορούν να μεταβούν στο επόμενο επίπεδο ανεξάρτητα από το background και την εμπειρία τους (χαρακτηριστικό παράδειγμα ο Wilbekin που πήγε στην Darussafaka μετά από μία σεζόν στην Αυστραλία και ένα προβληματικό διάστημα στην ΑΕΚ, εξελίχθηκε για σχεδόν τρία χρόνια υπό τις οδηγίες του Blatt, και την προσεχή σεζόν θα ηγηθεί της Maccabi), κι έτσι ο Ολυμπιακός ξεκινά την επόμενη Ευρωλίγκα με δύο Αμερικανούς χωρίς εμπειρία, παρά μόνο με την εγγύηση που προσδίδει η επιλογή τους από τον καινούριο του προπονητή.

  • Η δημιουργία στο 2-3

Παραπάνω, αναφέραμε πως μας άρεσε το ότι το roster του Ολυμπιακού χαρακτηρίζεται από προοπτική για δημιουργία από κάθε θέση, στοιχείο που στηρίζεται στο ότι, εκτός από τους κύριους δημιουργούς, υπάρχουν αρκετοί αξιόπιστοι ball movers. Σ’ αυτή την παρατήρηση, υπάρχει ένας αστερίσκος που υποδεικνύει τις θέσεις 2-3. Ενώ, λοιπόν, ο Toupane και ο Strelnieks μπορούν οπωσδήποτε να λειτουργήσουν ως ball movers, πιστεύουμε πως δεν είναι σε καμία περίπτωση κύριοι δημιουργοί που θα αποφασίσουν για την τελική πάσα. Μπορούν να τη δώσουν, αλλά δεν μπορούν να δημιουργήσουν τις συνθήκες ή να πάρουν τις αποφάσεις που θα οδηγήσουν σ’ αυτή —παίζοντας με τις έννοιες, θα λέγαμε πως ο ρόλος τους μπορεί να είναι επιτελικός, αλλά όχι καθαρά δημιουργικός.

Αυτός ο αστερίσκος στο επίπεδο δημιουργικότητας προέκυψε ως παράγωγο της συνεργασίας με τον Jannis Timma. Ενώ ο Ολυμπιακός μπορούσε να προσεγγίσει έναν ακόμα περιφερειακό με δημιουργικές ικανότητες (είχε ακουστεί αρκετά το όνομα του Pierria Henry, ο οποίος σε δύο σεζόν στο Eurocup είχε 4,1 assists ανά αγώνα και υπέγραψε τελικά στην UNICS Kazan), οι ερυθρόλευκοι επέλεξαν έναν ακόμα παίκτη ως back-up forward, κι αυτό με τη σειρά του τους οδήγησε στον Toupane, ο οποίος μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε κάποια σχήματα στη θέση 2 (προοπτική που μας αρέσει υπό προϋποθέσεις και περιστασιακά, αλλά όχι σε μόνιμη βάση).

Το κενό ενός κύριου δημιουργού στις θέσεις 2-3 (πέραν του Σπανούλη, τα λεπτά του οποίου πιθανότατα θα μειωθούν) μπορεί σίγουρα να καλυφθεί από τους υπόλοιπους που θα υπάρχουν στη θέση 1 και στην frontline, όμως αυτό μένει ν’ αποδειχθεί στην πράξη και γι’ αυτό τοποθετούμε την συγκεκριμένη παρατήρηση στο μεταίχμιο.

  • Ποιος θα μοιράζεται τη θέση του point-guard μαζί με τον Goss;

Αν εύλογα υποθέσουμε πως Σπανούλης-Strelnieks θα παίζουν για τη συντριπτική πλειοψηφία του χρόνου τους στο 2, ο Ολυμπιακός έχει δύο επιλογές: Μάντζαρης ή Τολιόπουλος.

Σε πρώτη ανάγνωση, είναι ένα ασφαλές στοίχημα —δύο παίκτες ουσιαστικά για μια θέση, ένας εκ των οποίων την έχει καλύψει με απόλυτη επιτυχία στο παρελθόν κι ένας που, αν δεν το κάνει φέτος, κατά πάσα πιθανότητα του χρόνου δεν θα βρίσκεται σε roster Ευρωλίγκας.

Αυτός, ωστόσο, είναι ένας επιφανειακός και μάλλον παρωχημένος τρόπος να εξετάσει κανείς το ζήτημα —ειδικά από τη στιγμή που αυτά που απαιτούνται από τη θέση (ξεκούραση Goss, αμυντική προστασία Σπανούλη, ασφάλεια σε μετακινήσεις, αξιοπρεπές τρίποντο) ο Ολυμπιακός δεν μπορεί να τα βρει εύκολα αν δεν ανταποκριθεί ένας εκ των δύο.

Ο Μάντζαρης, ίσως περισσότερο ακόμα και από τους mobile center, αποτέλεσε κατά τα χρόνια της καταξίωσης του Ολυμπιακού το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα παίκτη που αναδεικνύεται μέσα από το σύστημα της ομάδας του. Αυτό δεν αλλάζει το ότι τις τελευταίες σεζόν βρίσκεται σε κάθετη πτώση —όχι απλά δεν έχει προσθέσει στο παιχνίδι του τίποτα, αλλά δείχνει φθορά ακόμα και στα στοιχεία που τον καθιστούσαν σημαντικό. Πόσοι παίκτες -πόσοι Έλληνες παίκτες, σε αυτή τη θέση, και σε αυτήν την ηλικία- έχοντας βρεθεί σε αυτό το σημείο κατάφεραν να διατηρηθούν σε επίπεδο Ευρωλίγκας; Δεν έχουμε κάνει την έρευνα, αλλά η αίσθησή μας είναι πως δεν θα βρούμε πολλούς.

Παράλληλα, υπάρχει σε αυτό το ζήτημα μία ακόμα πτυχή, στην οποία εδώ θα κάνουμε μία απλή αναφορά, αλλά στο μέλλον θα εξετάσουμε αναλυτικότερα. Ο Μάντζαρης αυτά τα χρόνια δεν έχει δεχτεί αρκετή κριτική. Η συχνά καταθλιπτική του απόδοση σκεπάζεται από τον μύθο του ελληνικού κορμού —και τον χαρακτηρίζουμε μύθο όχι επειδή δεν αποτελεί στοιχείο σημαντικό ή ακόμα και απαραίτητο, αλλά επειδή έχει μυθοποιηθεί, παρουσιαζόμενο συχνά ως ο πιο καθοριστικός παράγοντας σε ένα ανταγωνιστικό roster (δεν είναι).

Ποιος θα είναι λοιπόν; Ο Μάντζαρης ή ο Τολιόπουλος; Πόσο χρόνο θα έχει ο πρώτος για να δείξει πως η φετινή χρονιά θα είναι διαφορετική; Κι αν χρειαστεί, θα είναι έτοιμος ο Τολιόπουλος; Και τι θα συμβεί αν κανείς εκ των δύο δεν δείξει ικανός να καλύψει αξιόπιστα τη θέση;

Κρίσιμες παράμετροι

  • Η σεζόν του Γιώργου Πρίντεζη

Για τον Ολυμπιακό, ένα διαχρονικό πρόβλημα των προηγούμενων χρόνων ήταν η απουσία αξιόπιστης επιλογής πίσω από τον Γιώργο Πρίντεζη. Συνεχόμενες σεζόν με πολλά λεπτά τόσο στην Ευρωλίγκα όσο και στο ελληνικό πρωτάθλημα, συνεχόμενες σεζόν που προέκυψαν τραυματισμοί που τον άφηναν εκτός σε παιχνίδια της regular season της Ευρωλίγκας, συνεχόμενες σεζόν που ο Πρίντεζης ήταν υπερφορτωμένος την άνοιξη, κι έτσι δεν υπήρχε ενέργεια για playoffs Ευρωλίγκας και ελληνικούς τελικούς.

Φέτος, ο Ολυμπιακός έχει δύο παίκτες που μπορούν να συμπληρώσουν την θέση 4 (Timma, Vezenkov), ο Πρίντεζης λογικά θα έχει την ευκαιρία να μην παίρνει πολλά λεπτά στο ελληνικό πρωτάθλημα, κι αυτό μπορεί να λειτουργήσει ευεργετικά για τον Ολυμπιακό, ο οποίος χρειάζεται μία πολύ καλή σεζόν απ’ αυτόν.

  • Οι τραυματισμοί του Nikola Milutinov

Πέρσι, ο Ολυμπιακός επένδυσε στον Σέρβο δίνοντάς του τον ρόλο του πρώτου center. Ακόμα κι αν χρειάστηκε να περάσει ένα μεγάλο διάστημα χωρίς τον Βασίλη Σπανούλη, ο Milutinov απέδειξε πως είναι από τους καλύτερους Ευρωπαίους centers και μπορεί να είναι κεντρικός μοχλός στην επίθεση μιας ομάδας που έχει στόχο το Final Four. Στο δεύτερο μισό της σεζόν, ο Σέρβος center εμφανίστηκε λιγότερο αποφασισμένος, υπήρξαν παιχνίδια που έμεινε αδικαιολόγητα εκτός για πολλά λεπτά, και ήταν σαφέστατα επηρεασμένος από τον τραυματισμό του.

Φέτος, ο Ολυμπιακός χρειάζεται μια σπουδαία σεζόν του Milutinov, κυρίως επειδή ο center είναι συχνά το κέντρο στην Princeton offense του David Blatt. Αντιγράφουμε από το πρόσφατο κείμενό μας:

Τα όσα συμβαίνουν στο επιθετικό πλαίσιο της Princeton μπορούν να παρομοιαστούν με την κατασκευαστική δομή ενός ρολογιού. Στο κέντρο, ο ψηλός αποτελεί τον άξονα γύρω από τον οποίο περιστρέφεται και εξελίσσεται η επίθεση, ακριβώς όπως κινούνται οι δείκτες γύρω από τον κεντρικό άξονα περιστροφής σε ένα ρολόι.

Κινείται μεταξύ high post και low post, υποδέχεται την μπάλα, επιχειρεί να παίξει με πλάτη, πασάρει προς τα έξω, και τελικά εκτελεί όταν προκύπτει η ευκαιρία. Με άλλα λόγια, αποτελεί τον άξονα περιστροφής γύρω από τον οποίο κινούνται τα πάντα.”

Για όλα τα παραπάνω, ο Ολυμπιακός χρειάζεται τον Milutinov υγιή σε ολόκληρη την διάρκεια της σεζόν.

Μια πειραματική πεντάδα που θα θέλαμε να δούμε: Goss, Σπανούλης, Toupane, Παπανικολάου, LeDay.

Εν όψει της προσεχούς σεζόν, το πρώτο ζητούμενο είναι η υπομονή. Μπορεί να διατηρήθηκαν σημαντικές σταθερές, όμως χρειάζεται πολύς χρόνος ώστε να αφομοιωθούν οι προπονητικές αρχές του David Blatt. Οι ερυθρόλευκοι απέκτησαν παίκτες χωρίς προηγούμενη εμπειρία Ευρωλίγκας, απέκτησαν παίκτες που είναι εξοικειωμένοι με τα ευρωπαϊκά παρκέ όμως ακόμα δεν έχουν αποδείξει πως μπορούν να αποδώσουν σταθερά στο κορυφαίο επίπεδο, και απέκτησαν παίκτες με προοπτική για το μέλλον κάνοντας μια στροφή προς την επιθετική φιλοσοφία του νέου προπονητή τους.

Μετά από ένα διάστημα με επιλογές που σ’ ένα βαθμό ανέκοψαν το momentum που είχε αποκτήσει ο Ολυμπιακός με τις δύο συνεχόμενες κατακτήσεις της Ευρωλίγκας και τις συνεχείς παρουσίες σε Final Four, κεντρικός στόχος πρέπει να είναι μερικές λέξεις που ανέφερε ο Blatt στις πρώτες του δηλώσεις ως προπονητής της ομάδας του Πειραιά:

“Η ομάδα πρέπει να εξελιχθεί.”

Η συνεργασία μαζί του και ο τρόπους που στελεχώθηκε το roster κατά το μεγαλύτερο βαθμό είναι οι πρώτες κινήσεις προς αυτήν την κατεύθυνση. Για την υπόλοιπη διαδικασία, αναμένουμε το δείγμα του προσεχούς φθινοπώρου.

 

*Η κεντρική φωτογραφία ανήκει στην ιστοσελίδα basketa.gr

*O σύνδεσμος για το αντίστοιχο κείμενο του Παναθηναϊκού.

Leave a Reply

Fill in your details below or click an icon to log in:

WordPress.com Logo

You are commenting using your WordPress.com account. Log Out /  Change )

Facebook photo

You are commenting using your Facebook account. Log Out /  Change )

Connecting to %s

Create a website or blog at WordPress.com

Up ↑