Λίγο πριν την εκκίνηση, αναλύουμε τους παράγοντες που θα καθορίσουν τη φετινή εικόνα του Παναθηναϊκού.
Μετά από τεράστιες αγωνιστικές και εξω-αγωνιστικές αλλαγές, με διαφορετικό πλέον μοντέλο διοίκησης (αλλά τον ίδιο ιδιοκτήτη), άπειρο προπονητή και χωρίς τον παίκτη που υπήρξε το πρόσωπο του οργανισμού τα προηγούμενα χρόνια, ο Παναθηναϊκός κλήθηκε να συμπληρώσει το roster του με καθυστέρηση και εντός περιορισμένου οικονομικού πλαισίου. Παρακάτω, σχολιάζουμε τα κεντρικά κομμάτια της στελέχωσής του:
1. Έλλειψη Playmaker
Ο Παναθηναϊκός επέλεξε να κάνει κάτι το οποίο ελάχιστες ομάδες στην Ευρώπη επιλέγουν και κάτι με το οποίο ακόμα λιγότερες ομάδες πετυχαίνουν: να κλείσει το roster του χωρίς να έχει έναν τουλάχιστον αξιόπιστα δημιουργικά playmaker.
Τι ακριβώς έχουν οι πράσινοι στην περιφέρειά τους; Έναν scoring point-guard (Jackson), έναν εύθραυστο combo-guard υψηλού επιπέδου (Nedovic), έναν scorer πρωτάρη σ’ αυτό το επίπεδο ο οποίος θα δούμε πως θα ανταποκριθεί στις κατοχές που θα πάρει με την μπάλα (Foster), έναν forward που θα αναλάβει την πολύ δύσκολη αποστολή του να μεταμορφωθεί σε μικρογραφία του περσινού Hanga (Sant-Roos), έναν ακόμα που θέλει να χτίσει έχοντας ως βάση την περσινή βελτίωσή του ως χειριστής (Παπαπέτρου), ένα project (Καλαϊτζάκης), κι έναν ρολίστα αμφιβόλου επάρκειας για επίπεδο Euroleague (Μποχωρίδης). Είναι αυτά αρκετά σε ποιότητα και ποσότητα;
Τι δεν έχει; Δεν έχει κανέναν playmaker, κανέναν floor-general, κανέναν εγκέφαλο, κανέναν decision maker, κανέναν forward που να μπορεί να παίξει πραγματικά με την μπάλα σε υψηλό επίπεδο, κανέναν ψηλό που μπορεί να αναλάβει δημιουργικό φορτίο με το παιχνίδι του στη ρακέτα.
Η έλλειψη playmaking skills λοιπόν δεν αφορά αποκλειστικά τη θέση του point-guard αλλά εντοπίζεται απ’ άκρη σ’ άκρη του roster. Τι σημαίνει αυτό πρακτικά; Σημαίνει ότι ο Παναθηναϊκός ξεκινάει τη σεζόν μ’ ένα μεγάλο κενό σε ό,τι φέρνει μαζί του ένας ποιοτικός οργανωτής: έλεγχος ρυθμού, απορρόφηση πίεσης και κραδασμών, επεξεργασία διαθέσιμων επιλογών, ανάγνωση αμυντικών τάσεων, προσαρμογή σε ανάγκες συμπαικτών, αναγνώριση μεταβαλλόμενων συνθηκών. Κι αυτές οι ελλείψεις προφανώς επηρεάζουν κάθε παίκτη στο roster: από τον Καλαϊτζάκη και τον Nedovic μέχρι τον Παπαπέτρου, τον Sant-Roos και τον Παπαγιάννη (τα ονόματα τυχαία). Ειδικά απέναντι σε ομάδες που θα έχουν την αθλητικότητα και τις αρχές να ανεβάσουν το επίπεδο αμυντικής έντασης, η ποιότητα των κατοχών του Παναθηναϊκού (και κατ’ επέκταση ο έλεγχος του ρυθμού) θα είναι πιθανότατα ένα μεγάλο ερωτηματικό καθόλη τη διάρκεια της χρονιάς.
Μια ιδέα σχετικά με το τι μπορεί να σημαίνουν πρακτικά αυτά πήραμε στο πρόσφατο φιλικό του Παναθηναϊκού απέναντι στην ΑΕΚ. Στην τρίτη περίοδο του παιχνιδιού, ο Παπαθεοδώρου ανέβασε την αμυντική ένταση της ομάδας του (πηγαίνοντας σε παγίδες και πολύ επιθετικά hedge στο pick-and-roll του Παναθηναϊκού, ενίοτε μέχρι το κέντρο) κι η αντίδραση της ομάδας του Βόβορα ήταν 3 λάθη σε λιγότερο από ένα αγωνιστικό λεπτό. Παρακάτω οι φάσεις:
Μ’ αυτά τα λάθη ο Παναθηναϊκός έχασε τον ρυθμό (τον οποίο είχε πρόσκαιρα κερδίσει ξεκινώντας πολύ καλά την περίοδο) και δεν τον επανέκτησε ποτέ μέχρι το τέλος του αγώνα. Το περίεργο είναι ότι 1) η ΑΕΚ έπαιζε ταυτόχρονα με Rice, Ζήση και Lojeski (κανείς από τους οποίους δεν είναι ακριβώς αμυντικός ογκόλιθος) και 2) ο Παναθηναϊκός είχε στο παρκέ την καλύτερη τετράδα χειριστών που διαθέτει (Jackson, Nedovic, Foster και Παπαπέτρου ως PF), η οποία θεωρητικά θα είναι η επιλογή του απέναντι σε πιεστικές άμυνες. Κανείς απ’ αυτούς τους χειριστές όμως δεν είναι playmaker, η σημασία του οποίου έγκειται ακριβώς στο να ηρεμεί, να οργανώνει και να προλαμβάνει με την παρουσία του τέτοια αρνητικά σερί. Κι ο λόγος που τα γράφουμε αυτά δεν είναι βέβαια ότι ένα φιλικό είναι ενδεικτικό για το τι θα συμβεί κατά τη διάρκεια της χρονιάς, αλλά επειδή αυτού του είδους η επιθετική παράλυση είναι συχνότατο χαρακτηριστικό σε ομάδες που έχουν δημιουργικά τις ελλείψεις του Παναθηναϊκού.
2. Αγωνιστική Κατεύθυνση
Για να κρύψει σ’ έναν ικανοποιητικό βαθμό αυτήν την έλλειψη ο Παναθηναϊκός θα χρειαστεί τρία στοιχεία: 1) φάσεις στο transition και σε early offense, 2) μια επίθεση με αρκετή κίνηση για να παράγει ρήγματα σε set παιχνίδι, 3) καλή άμυνα. Αφήνουμε προς παρόν την άμυνα στην άκρη κι επικεντρωνόμαστε στα δύο πρώτα. Όσον αφορά την ικανότητά του σε transition και early offense, ο Παναθηναϊκός έχει μια πρώτη ύλη (Jackson, Nedovic, Foster, Παπαπέτρου) η οποία υπό προϋποθέσεις μπορεί να βάλει πίεση στην αντίπαλη άμυνα σε τέτοιες καταστάσεις. Ειδικά το παιχνίδι των δύο πρώτων με την μπάλα -και κυρίως η διάθεσή τους να ψάχνουν αμυντικό κενό με το που περάσουν το κέντρο- τους επιτρέπει να επιτεθούν άμεσα σε κατάσταση αμυντικής ανισορροπίας. Το πρόβλημα εδώ είναι 1) ο Παναθηναϊκός δεν έχει αθλητικούς wings και ψηλούς που μπορούν να τρέξουν το γήπεδο χωρίς την μπάλα αφήνοντας πίσω τους αμυντικούς τους και δημιουργώντας αριθμητικά πλεονεκτήματα και 2) υπάρχουν ερωτηματικά για το πόσο καλή rebounding ομάδα μπορεί να γίνει.
Στα φιλικά, ο Παναθηναϊκός προσπάθησε να βάλει την μπάλα χαμηλά στο post νωρίς στην επίθεση, κάτι που δεν απέδωσε ιδιαίτερα, κυρίως επειδή η ομάδα του Βόβορα δεν έχει παίκτες που μπορούν να παίξουν με πλάτη σε υψηλο επίπεδο (δεν είναι εύκολο να βρει κανείς παίκτη στο roster του Παναθηναϊκού που να προσφέρει τη σιγουριά ότι θα τελειώσει φάσεις χαμηλά ακόμα κι αν έχει mismatch).
Στο set παιχνίδι ο Παναθηναϊκός έδωσε κάποια δείγματα για τον τρόπο με τον οποίο θα προσπαθήσει να αντισταθμίσει την έλλειψη playmaker.
Παρακάτω μια ευρεία επιλογή από δράσεις που έτρεξε ο Βόβορας στα φιλικά:
Τι βλέπουμε στο video;
Εκτεταμένη χρήση horns διάταξης (με παραλλαγές στην επιλογή των δύο εσωτερικών παικτών), hand-off συνεργασιών (στα οποία λιγότερο ή περισσότερο εμπλέκεται κάθε θέση της πεντάδας), και pin-down screen (σε όλα αυτά είναι έντονο το στοιχείο του αντιπερισπασμού) που προηγούνται της κύριας δράσης. Αυτά θεωρητικά συνεπάγονται πολλαπλές εστίες κίνησης (άλλοτε ταυτόχρονα, άλλοτε διαδοχικά) και συμμετοχή των περισσοτέρων παικτών της πεντάδας στην κυκλοφορίας της μπάλας (με κίνδυνο τα πολλά λάθη, όπως έχει φανεί στα φιλικά). Ο στόχος εδώ είναι να δημιουργηθεί κάποιος είδος αμυντικής ανισορροπίας πριν την κύρια δράση της επίθεσης, δηλαδή το pick-and-roll, μέσα από μια κάθετη (με pindown, από τη ρακέτα προς την περιφέρεια) ή παράλληλη (με handoff, από το φτερό προς την κορυφή ή το αντίστροφο) κίνηση, έτσι ώστε ο παίκτης που θα το τρέξει να μπορεί να επιτεθεί άμεσα αφού πάρει το screen (αυτές οι καταστάσεις είναι ένα από τα καλύτερα κομμάτια στο παιχνίδι του Nedovic). Προς αυτήν την κατεύθυνση είναι και οι διαρκείς εναλλαγές ρόλων που βλέπουμε, από τη μία δηλαδή οι εναλλαγές των guard on- και off-ball και από την άλλη η εναλλαγή των ψηλών ως on και off-ball screener, όπου ο ένας ψηλός σκρινάρει για τον χειριστή μακριά από την μπάλα (πριν την πάρει) και ο άλλος πάνω στην μπάλα (αφού την πάρει). Το καθαυτό pick-and-roll συμβαίνει επίσης σε διάφορες παραλλαγές, τόσο ως προς τα σημεία του γηπέδου όσο και ως προς τους παίκτες που το τρέχουν.
Ως κατεύθυνση σε πρώτη φάση (με δεδομένες τις αδυναμίες που έχουμε αναφέρει) προσφέρει ενδιαφέροντα στοιχεία, αλλά το ζήτημα θα είναι 1) πόσο ποιοτικά (έμφαση σε τοποθετήσεις, ταχύτητα, συγχρονισμό) μπορούν να εκτελεστούν αυτές οι δράσεις, 2) πόσο βάθος θα μπορέσει ο Παναθηναϊκός να προσθέσει σ’ αυτόν τον τύπο επίθεσης, κατά πόσο δηλαδή θα έχει τις εναλλακτικές για να ανταποκρίνεται απέναντι σε άμυνες που μπορούν να ακυρώσουν την πρώτη του επιλογή.
3. Κεφάλαιο Nedovic
Από τη στιγμή που ήρθε ο Nedovic φαίνεται να υπάρχει μια ομοφωνία σχετικά με το πόσο καλός και εύθραυστος παίκτης είναι, αλλά ελάχιστη συζήτηση σχετικά με το τι ακριβώς μπορεί και δεν μπορεί να κάνει στο παρκέ. Το δαντελένιο παιχνίδι του Σέρβου βασίζεται στο συνδυασμό των εξής χαρακτηριστικών: υψηλή τεχνική κατάρτιση, φανταστικός έλεγχος σώματος, ολοκληρωμένο πακέτο σκόρερ (τρίποντο, μέση απόσταση, ρακέτα) και επάρκεια δύναμης και αθλητικότητας (κάποτε βέβαια αθλητικά ήταν κάτι πολύ παραπάνω). Ειδικά η ικανότητα του να επιταχύνει ντριμπλάροντας και με τα δύο χέρια (είναι λειτουργικά αμφιδέξιος εξίσου και στα τελειώματα του), μαζί με την ικανότητα επιβράδυνσης και αλλαγής κατεύθυνσης σε μικρό χώρο, του δίνουν συχνά πλεονέκτημα ακόμα και απέναντι σε καλούς κι αθλητικούς αμυντικούς.
Παρακάτω ένα δείγμα με τους τρόπους που επιτίθεται από τη χρονιά του στη Malaga το 2017-18:
Ένα από τα υποτιμημένα χαρακτηριστικά του είναι η ικανότητά του στην πάσα, κάτι που αποκτά μεγαλύτερη αξία σε συνδυασμό με το ότι στη μέχρι τώρα καριέρα του κάνει λίγα λάθη (ειδικά αναλογικά με τις κατοχές που παίρνει). Ειδικά στο pick-and-roll, ο Σέρβος μπορεί να διαβάσει την άμυνα και να καταλάβει πότε και πως θα πρέπει να βγάλει την μπάλα από πάνω του, είτε πρέπει να πασάρει προς την περιφέρεια είτε προς τη ρακέτα, βλέποντας στη δεύτερη περίπτωση ρήγματα και δημιουργώντας γωνίες πάσας προς τον roller τόσο χαμηλά όσο και ψηλά (λόμπες). Μερικά παραδείγματα:
Υπάρχει βέβαια διακριτή διαφορά μεταξύ ενός καλού πασέρ κι ενός playmaker —ο Nedovic είναι το πρώτο, όχι το δεύτερο (όπως τόνισε κι ο ίδιος πρόσφατα στο twitter). Δεν οργανώνει, ούτε καθοδηγεί, ούτε διαβάζει συχνά σωστά το τρίτο επίπεδο άμυνας (γι’ αυτό κι ενίοτε καταλήγει σε traffic), ενώ τα kick-out του (όταν είναι πετυχημένα) συνήθως ολοκληρώνονται πριν πατήσει ρακέτα (κάτι που συνήθως σημαίνει ευκολότερα close-out για την άμυνα). Ενίοτε θα εκβιάσει καταστάσεις εκτελεστικά, ειδικά αν ψάχνει τρόπο για να μπει στο παιχνίδι. Ο βαθμός στον οποίο λοιπόν το playmaking φορτίο (που φέτος δεδομένα θα αναγκαστεί να αναλαβει) τον δυσκολέψει να βρει ρυθμό θα πρέπει να είναι υπό προσεκτική παρατήρηση.
Για να παράγει αποτελεσματικά (γιατί πιθανότατα νούμερα θα γράψει έτσι κι αλλιώς) ο Σέρβος χρειάζεται μια επίθεση που δουλεύει γι’ αυτόν και τον βοηθάει να αναδείξει το παιχνίδι του, προστατεύοντάς τον παράλληλα από αχρείαστες επαφές και κραδασμούς (αυτή η ανάγκη προστασίας είναι η άλλη πλευρά του δαντελένιου του παιχνιδιού). Στη Malaga, χωρίς να έχει μεγάλη βοήθεια δημιουργικά από τους point-guard της ομάδας (McCallum, Diaz), ήταν πετυχημένος επειδή ο Plaza έχτισε μια επίθεση η οποία περιελάμβανε αρκετή κίνηση και πολλαπλά σκαλοπάτια πριν η μπάλα περάσει στον Σέρβο, γεμάτη hand-offs και screens εκτός μπάλας που τον βοηθούσαν να παίξει pick-and-roll (ή να επιτεθεί άμεσα μετά το catch) με τον ίδιο και την άμυνα ήδη σε κίνηση, παρουσιάζοντας αρκετές ομοιότητες μ’ αυτό που φαίνεται ότι θέλει να παίξει ο Βόβορας (μπορεί κανείς να δει αρκετές δράσεις στα παραπάνω video).
Παρακάτω τα scoring highlights του από τα μέχρι τώρα φιλικά:
4. Κεφάλαιο Howard Sant-Roos
Σε πρώτη ανάγνωση, ο Sant-Roos μοιάζει μια πολύ καλή κίνηση για τον Παναθηναϊκό: θεωρητικά στο peak της καριέρας του, με παραστάσεις τόσο από Ελλάδα όσο και από το υψηλότερο επίπεδο της Euroleague, ικανός να παίξει σε πολλές θέσεις προσφέροντας τακτική ευελιξία και να κλείσει αμυντικές τρύπες σε περιφέρεια και ρακέτα —ειδικά το τελευταίο ο Παναθηναϊκός θα το χρειαστεί πολύ.
Οι αμφιβολίες για την επιλογή δεν έχουν να κάνουν με την ποιότητα του παίκτη ή με τη βεβαιότητα ότι θα προσφέρει σε συγκεκριμένα κομμάτια, αλλά με τον ρόλο για τον οποίο προορίζεται (ειδικά στη σκέψη ότι στη θέση του θα μπορούσε απλά να υπάρχει ένας κανονικός playmaker, κάτι που θα έστελνε τον Foster στο 3 για μερικά λεπτά). Ο Βόβορας θέλει να καταστήσει τον Κουβανό μια μικρογραφία του περσινού Hanga που μεταφέρθηκε στο 1, κάτι ωστόσο που η Barcelona έκανε από ανάγκη, όχι από επιλογή (ο Hanga επίσης έχει καλύτερο χειρισμό και λόγω σωματοδομής και μυϊκής ανάπτυξης είναι δύσκολο να τον πιέσεις).
Η πειραματική διάθεση είναι σε πρώτη φάση κάτι θετικό, αλλά τα περιθώρια επιτυχίας μοιάζουν περιορισμένα, όχι επειδή είναι αδύνατον να φανταστεί κανείς τον Sant-Roos σ’ αυτόν τον ρόλο (έχει παίξει ως χειριστής και στην ΑΕΚ και περιστασιακά στην CSKA), όσο επειδή δεν υπάρχει μπροστά του ο playmaker που θα προσέφερε μια ασφάλεια σ’ αυτό το κομμάτι (ώστε πίσω απ’ αυτήν την ασφάλεια να υπήρχε κάτι πιο πειραματικό).
Κανείς βέβαια εδώ μπορεί να πει είτε ότι το πρόβλημα είναι ότι δεν υπάρχει αξιόπιστος playmaker στη θέση του Sant-Roos, είτε να μετακινήσει την οπτική του και να υποστηρίξει ότι το πραγματικό πρόβλημα έγκειται στο ότι δεν υπάρχει παραδοσιακός playmaker στη θέση του Jackson.
Κρίνοντας από τα φιλικά, ο Κουβανός προορίζεται ν’ αναλάβει τον ρόλο του κουβαλητή δίπλα στον Nedovic, προσφέροντάς του αμυντική προστασία (κάτι που σίγουρα μπορεί να κάνει) και τη μεταφορά της μπάλας στο επιθετικό μισό, μαζί με την διεκπεραίωση του εισαγωγικού μέρους των δράσεων της ομάδας του. Η επιτυχία του σ’ αυτό το πλαίσιο θα επηρεάσει ένα σημαντικό κομμάτι της επίθεσης των πρασίνων κι ενδεχομένως να κρίνει αν θα χρειαστεί προσθήκη στην περιφέρεια.
5. Άμυνα
Ο Παναθηναϊκός απαιτείται να χτίσει μια καλή άμυνα, αλλά πόσο εξοπλισμένος είναι για να το κάνει;
Τα στοιχεία στα οποία μπορεί να βασιστεί είναι τα εξής: 1) το πολυεργαλείο Sant-Roos, 2) η πολύ καλή τόσο ατομικά όσο και σε καταστάσεις βοήθειας άμυνα του Παπαπέτρου (ο οποίος ωστόσο δεν μπορεί να κυνηγήσει εύκολα χειριστές), μαζί με το ευρύτερο αμυντικό impact που συνεπάγεται ο συνδυασμός μεγέθους, δύναμης και αθλητικότητας που τον χαρακτηρίζει, 3) η καλή τακτικά παρουσία του White, ο οποίος ωστόσο έχει ενίοτε μειονέκτημα σε 1vs1 μονομαχίες, ειδικά στο χαμηλό post, 4) η σκληράδα του Bentil και 5) το όποιο flexibility προσφέρει η δυνατότητα του Μήτογλου να καλύψει και τις δύο θέσεις των ψηλών.
Μπορούν αυτά να αντισταθμίσουν τις δεδομένες αμυντικές αδυναμίες του roster; Την έλλειψη ενός δεύτερου περιφερειακού που θα μπορούσε να πιέσει την μπάλα (μπορεί να το κάνει μόνο ο Sant-Roos); Τα ευάλωτα αμυντικά δίδυμα που δημιουργεί ο Jackson, τόσο στην περιφέρεια (παίζοντας δίπλα σε Nedovic ή Foster) όσο και στην pick-and-roll άμυνα (παίζοντας με Παπαγιάννη ή Auguste); Την έλλειψη rim-protection και αθλητικότητας; Πόσο καλή μπορεί να είναι μια άμυνα σε επίπεδο Euroleague όταν ο πιο αξιόπιστος αμυντικά center της είναι ο Μήτογλου; Πόσο καλή μπορεί να είναι όταν περιλαμβάνει τόσους παίκτες που, πέρα από τις όποιες αδυναμίες έχουν ή δεν έχουν στην 1vs1 άμυνα, διακρίνονται από χαμηλό επίπεδο συγκέντρωσης όταν αμύνονται μακριά από την μπάλα (Jackson, Foster, Nedovic, Παπαγιάννης, Auguste);
Ειδικά η παρουσία των Παπαγιάννη και Auguste στο 5 αμυντικά είναι κάτι σαν την παρουσία των Jackson και Sant-Roos στο 1 επιθετικά: ο ένας κάνει τον άλλον να δείχνει χειρότερος (ή για την ακρίβεια: λιγότερο κατάλληλος στα πλαίσια του συγκεκριμένου roster) επειδή έχουν αρκετές κοινές αδυναμίες και δεν αλληλοσυμπληρώνονται σε κανέναν βαθμό.
Στα φιλικά είδαμε αρκετές φάσεις που επιβεβαιώνουν τα παραπάνω, με τον Παναθηναϊκό να παρουσιάζει αδυναμίες στην pick-and-roll άμυνά του…
…η οποία βέβαια υπέδειξε ένα ευρύτερο θέμα στις βοήθειες από την αδύναμη πλευρά (όλα βέβαια φυσιολογικά για την εποχή, αλλά η ερώτηση είναι κατά πόσο αποτελούν δομικές αδυναμίες του roster):
Υπήρξαν πάντως στιγμές (συνήθως σποραδικές κατοχές) στις οποίες ο Παναθηναϊκό έδειξε και θετικά σημάδια. Εδώ, παρά την ταυτόχρονη παρουσία Jackson-Παπαγιάννη, αμύνεται πολύ επιθετικά και κερδίζει την κατοχή βγάζοντας υψηλό επίπεδο έντασης (διαδοχικά deny) και καλό rotation:
Ο Βόβορας μέχρι τώρα έχει δείξει προσαρμοστική διάθεση (αν και σ’ αυτό το στάδιο μπορεί να μεταφράζουμε έτσι απλές δοκιμές), επιλέγοντας για παράδειγμα κάθε φορά διαφορετική pick-and-roll άμυνα ανάλογα τα χαρακτηριστικά του παίκτη που εμπλέκεται (πιο επιθετικά όταν ο αμυντικός του screener είναι κάποιος από τους PF του ρόστερ, πιο συντηρητικά συνήθως -αλλά όχι πάντα- με Auguste-Παπαγιάννη) και πηγαίνοντας συχνά σε ice στα πλαϊνά pick-and-roll. Δοκιμάζει επίσης πεντάδες ειδικών συνθηκών όταν αυτές χρειάζονται, όπως έκανε στο κλείσιμο της τρίτης περιόδου απέναντι στην Alba πηγαίνοντας παράλληλα σε switch-everything:
Σε ατομικό επίπεδο, σημειώνουμε στα θετικά ότι ο Sant-Roos έδωσε ένα δείγμα του αμυντικού impact που μπορεί να έχει. Στις παρακάτω φάσεις ουσιαστικά βλέπουμε τα δύο σημαντικότερα πράγματα που θα κληθεί να κάνει αμυντικά: 1) ετοιμότητα στις βοήθειες, με ιδανικό σενάριο να κερδίσει μια ζωντανή μπάλα, όπως κάνει εδώ με την μπάλα και 2) καλή περιφερειακή άμυνα που θα εμποδίσει σ’ ένα βαθμό την επιθετική ροή του αντιπάλου, όπως κάνει στη δεύτερη φάση σπάζοντας το screen που θέλει να πάρει ο Lekavicius:
Επίσης, ο Foster δείχνει μέχρι τώρα ένα επίπεδο έντασης που αμυντικά δεν είχε στο Ισραήλ, …
… κι ο Παπαγιάννης λόγω απώλειας κιλών έχει δώσει ενδείξεις βελτιωμένου mobility (θα δούμε αν και κατά πόσο θα κάνει αυτό κάποια διαφορά στο παιχνίδι του).
6. Shooting
Ο Παναθηναϊκός σε αυτό το κομμάτι έχει δύο ελλείψεις, η μία μικρότερη και η άλλη μεγαλύτερη.
Η μικρή: δεν υπάρχει στην περιφέρεια off-ball σουτέρ ο οποίος θα μπορούσε να καλύψει τις θέσεις 2 και 3 και θα λειτουργούσε τόσο υποστηρικτικά όσο και συμπληρωματικά με την υπόλοιπη περιφέρεια (προσφέροντας spacing στην πρώτη περίπτωση και επιθετικό πλουραλισμό στη δεύτερη). Χαρακτηρίζουμε αυτήν την έλλειψη μικρή επειδή εν μέρει μπορεί να καλυφθεί από τον συνδυασμό on- και off-ball shooting των Nedovic-Foster και το συνήθως αξιόπιστο pull-up τρίποντο του Jackson.
Η μεγάλη: έλλειψη spot-up σουτέρ στις θέσεις 3 και 4. Η πιο αξιόπιστη απειλή που έχει ο Παναθηναϊκός από το τρίποντο σ’ αυτές τις θέσεις είναι ο Παπαπέτρου, ο οποίος πέρσι έδειξε βελτίωση ως σουτέρ (φέτος θα πρέπει να σουτάρει στα ίδια ποσοστά), αλλά προφανώς δεν μπορεί ν’ αποτελέσει τον καλύτερο σουτέρ μιας ομάδας στις θέσεις των forward. To τρίποντο του Μήτογλου και του Bentil ακόμα αγνοούνται, ο White δεν ήταν ποτέ το 4αρι που θ΄ανοίξει σταθερά την αντίπαλη άμυνα μ’ αυτόν τον τρόπο, κι ο Sant-Roos σουτάρει παραδοσιακά με χαμηλά ποσοστά. Θεωρούμε ότι ο Παναθηναϊκός θα έπρεπε να έχει κινηθεί για κάποιον παίκτη που μπορεί πραγματικά να βάλει πίεση στην άμυνα με το σουτ του στη θέση είτε του Bentil είτε του White. Θυμίζουμε ότι αρκετά συχνά η διαφορά μεταξύ μιας πετυχημένης και αποτυχημένης επίθεσης έγκειται στην ικανότητά της να κρατήσει τους αμυντικούς από το 3 και το 4 μακριά από το να δώσουν βοήθειες, ή να τους τιμωρήσει από το τρίποντο όταν το κάνουν.
7. Κεφάλαιο Παπαπέτρου
Ο Παπαπέτρου πέρσι έδειξε για πρώτη φορά σ’ επίπεδο Euroleague, σποραδικά βέβαια κι όχι πάντα στοχευμένα, ότι μπορεί σ’ έναν βαθμό παίξει με την μπάλα στα χέρια, παίρνοντας φάσεις στο pick-and-roll ως χειριστής κι έχοντας ανά διαστήματα την αυτοπεποίθηση να κατεβάσει την μπάλα και να ψάξει την εκτέλεση με pull-up ακόμα και στις περιπτώσεις που η αντίπαλη άμυνα είχε ήδη επιστρέψει. Η βελτίωσή του στο τρίποντο (37% πέρσι σε 3.2 προσπάθειες) ήταν διπλά σημαντική ακριβώς επειδή ένας μέρος των σουτ του ήρθαν σε τέτοιες καταστάσεις. Προφανώς δεν μιλάμε για ολοκληρωμένο χειριστή, αλλά η προσθήκη επιπλέον διαστάσεων στο παιχνίδι του είναι καλοδεχούμενη:
Εξίσου σημαντική ήταν και η βελτίωση του στα δίποντα (69% σε 4.7 ανά παιχνίδι), κυρίως επειδή συνδυάστηκε με μεγάλη αύξηση της δραστηριότητάς του στη ρακέτα όπου επίσης έδειξε βελτιωμένα τελειώματα (σούταρε από εκεί με το elite 75% σε καλό volume), αν και παράγοντας εδώ ήταν εξίσου η βελτιωμένη πέρσι επίθεση του Παναθηναϊκού που του προσέφερε χώρους για να κινηθεί.
Ο Βόβορας στα φιλικά έδειξε τη διάθεση να αναδείξει περαιτέρω αυτά τα στοιχεία, έχοντας σχεδιάσει δράσεις για να πάρει ο Παπαπέτρου pick-and-roll φάσεις ως χειριστής, δίνοντάς του λεπτά και στο 4. Είναι κάτι που ο Έλληνας forward ήταν απρόθυμος να κάνει στο παρελθόν, αλλά η στροφή είναι εξαιρετικά θετική (και για τον ίδιο και για τον Παναθηναϊκό), ειδικά αν συνδυαστεί με τα τακτικά δείγματα που είδαμε σχετικά με το πως θέλει ο Βόβορας να εκμεταλλευτεί αυτά τα σχήματα. Η πιο ενδιαφέρουσα δράση που παρουσίασε ο Έλληνας προπονητής στα φιλικά ήταν η παρακάτω:
Τα αξιοσημείωτα στοιχεία είναι ότι ο Παπαπέτρου ξεκινά την κατοχή φαινομενικά ως υποψήφιος screener -και πράγματι όπως βλέπουμε μια παραλλαγή είναι να λειτουργήσει όντως ως τέτοιος- αλλά στην πραγματικότητα αυτό είναι απλώς αντιπερισπασμός για να πάρει την μπάλα. Το pick-and-pop με τον Nedovic (ειδικά με την ταχύτητα που ο Παπαπέτρου εναλλάσσεται από screener σε χειριστή) είναι ένας ευρηματικός τρόπος για να βρει ο Έλληνας forward διάδρομο (από τη στιγμή που η άμυνα οφείλει να σεβαστεί το σουτ του Nedovic), κάτι που αποκτά επιπλέον αξία έχοντας ακροβολισμένους τους Jackson και Foster (κι αυτό καθίσταται δυνατό ακριβώς επειδή ο Παπαπέτρου παίζει στο 4).
Το πόσο θα μεγαλώσει αγωνιστικά ο Παπαπέτρου σ’ αυτόν τον ρόλο (αν μεγαλώσει, γιατί δεν είναι δεδομένο) είναι άμεσα συνυφασμένο με το πόσο βάθος θα έχει επιθετικά ο Παναθηναϊκός.
8. Γενικές Παρατηρήσεις
– Θεωρούμε ότι η στελέχωση του Βόβορα θα ήταν πολύ καλύτερη αν είχαν γίνει τρία πράγματα διαφορετικά: 1) κανονικός playmaker αντί Jackson ή Sant-Roos (ιδανικά αντί του πρώτου), 2) καλός σουτέρ στο 4 αντί Bentil ή White, 3) καλύτερος αμυντικά center από Auguste (ο οποίος είναι αρκούντως αθλητικός, βελτιωμένος συνολικά και μπορεί να προσφέρει πράγματα στο επιθετικό κομμάτι, αλλά το παιχνίδι του εξακολουθεί να χαρακτηρίζεται από μια θεμελιώδη επιπολαιότητα).
– Ο Παναθηναϊκός μπορεί να βρει μερικές καλές πεντάδες αμυντικά και μερικές καλές πεντάδες επιθετικά, αλλά αυτήν τη στιγμή είναι αβέβαιο πόσα σχήματα μπορεί να σχηματίσει ώστε να έχει ταυτόχρονα ισορροπία και στις δύο πλευρές του γηπέδου.
– Ένα σχήμα που θα θέλαμε να δούμε: Nedovic, Foster, Sant-Roos, Παπαπέτρου, Μήτογλου.
– Κάποια στιγμή οι Μήτογλου-Παπαγιάννης θα πρέπει να βελτιώσουν τα τελειώματά τους κοντά στο καλάθι.
– Ο Μήτογλου πάντως πέρσι συνολικά έδειξε μερικά πολύ θετικά στοιχεία και προφανώς πρέπει να αρχίσει στο rotation μπροστά από τον Παπαγιάννη. Θετικό ότι ο Βόβορας αμέσως έδειξε ότι τον σκέφτεται και για το 4 και για το 5.
– Το roster του Παναθηναϊκού έχει μεγάλη έλλειψη αθλητικότητας και στην περιφέρεια και στη ρακέτα.
– Ο Βόβορας έχει να διαχειριστεί ένα δύσκολο αγωνιστικά roster και το ίδιο θα ίσχυε αν στη θέση του ήταν ένας πολύ πιο έμπειρος προπονητής. Φέρει ευθύνη για τα κενά του, αλλά καλό θα ήταν να κάνουμε υπομονή πριν κρίνουμε την προπονητική του επάρκεια.
ΥΓ1: Ακολουθεί κείμενο για τη στελέχωση το Ολυμπιακού.
ΥΓ2: Εδώ το κείμενό μας για τον Marcus Foster κι εδώ για τον Pierre Jackson.
Δεν πιστεύω πως λείπει τόσο playmaking από τον ΠΑΟ, όχι με τον τρόπο που αγωνίζεται. Χθες έχασε βάζοντας 80+π με άθλια ποσοστά στα σουτ άρα η επίθεση δεν είναι θέμα. Αυτά που του λείπουν είναι ένας δεύτερος καλός χειριστής της μπάλας στα guard, ένας καλύτερος spot shooter στα FW και ενας rim protector. Τα οποία δυστυχώς δε θα δούμε άρα φέτος το πείραμα αναμένεται να αποτύχει.Όχι τόσο λόγω σχεδιασμού όσο λόγω ποιότητας υλικών.
LikeLike
Σκέψου, όμως, ότι δεν θα είναι σε κάθε αγώνα εφικτό για τον ΠΑΟ να τρέχει στο tempo που θέλει, ιδίως όταν κάποια ματς θα πηγαίνουν πόντο-πόντο και απέναντι σε πολύ αξιόπιστες αμυντικά ομάδες (παραδείγματα η Maccabi και η CSKA). Σαφώς και οφείλει να «αγκαλιάσει» με συνέπεια το παραγωγικό transition παιχνίδι στην επίθεση, αλλά στο set game είναι φανερό πως θα έχει θέματα. Όσο καλούς χειριστές και αν έχει μια ομάδα, το playmaking είναι άλλη ιστορία. Εν ολίγοις, θεωρώ πολύ πιθανό το σενάριο προσθήκης ή προσθαφαίρεσης παίκτη μέσα στην χρονιά, διότι με την παρούσα μορφή του roster, κατά την γνώμη μου είναι θέμα χρόνου να φανούν τα κενά σε playmaking, rim protection και pick ‘n roll άμυνα αρχικά…
LikeLike